Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

Ιδέες για την επίλυση των προβλημάτων των Ελλήνων Αγροτών

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

Το πρόβλημα τον αγροτών έγκειται στο ότι τα αγροτικά προϊόντα ενώ «φεύγουν» από τους παραγωγούς με ποσά της τάξης των 30-40 λεπτών καταλήγουν στον καταναλωτή με τιμή άνω του 1 ευρώ. Όπως γίνεται αντιληπτό πέρα από τα απαιτούμενα έξοδα για την μεταφορά, την πιθανή τυποποίηση αλλά και μεταποίηση και το περιθώριο κέρδους του εκάστοτε πωλητή  ένα τεράστιο ποσό της τάξης του 20-30% καταλήγει στους μεσάζοντες. Σκοπός του υπουργείου θα πρέπει να είναι η πλήρης εξάλειψη τους. Ο παραγωγός θα πρέπει να μετατραπεί σε ένα μικρό πωλητή πρωτογενούς βαθμίδας.

Προτείνω τα ακόλουθα:

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΠΩΛΗΣΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ

Στις νέες νομαρχίες θα πρέπει να δημιουργηθούν ειδικές συνεταιριστικές αποθήκες για την αποθήκευση των προϊόντων αρχικά.  Οι αγρότες θα συγκεντρώνουν τα προϊόντα τους που θα πρέπει να φέρουν τα εξής  χαρακτηριστικά τους  ΟΝΟΜΑ / ΕΠΩΝΥΜΟ / ΗΜ. ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ / ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Η όλη διαδικασία έγκειται στην ηλεκτρονική πώληση των προϊόντων τους.  Δημιουργώντας ένα site όπου έμποροι αλλά και άλλοι επαγγελματίες θα μπορούν απευθείας να αγοράζουν προϊόντα του πρωτογενούς τομέα.
Για παράδειγμα ένα μανάβικο στην Αθήνα να μπορεί να επιλέξει πατάτες με προέλευση την Αχαΐα και ποιο συγκεκριμένα την περιοχή Σαγέικα που είναι εξαιρετικής ποιότητας.  Προϊόντα απευθείας από τους παραγωγούς θα μπορούν να αγοράζουν και καταναλωτές του ίδιου νομού μέσω του site σε περίπτωση που αυτά δεν απαιτούν μεταποίηση η κάποιου είδους τυποποίηση. Τα οφέλη μιας τέτοιας διαδικασίας θα είναι πολλαπλά καθώς ο παραγωγός πηγαίνοντας στον εκάστοτε συνεταιρισμό και έπειτα από συνεννόηση με τον υπάλληλο θα αναφέρει την τιμή που θέλει να πουλήσει το προϊόν ο ίδιος και έτσι να καθορίζει αυτός το μέλλον του και την πορεία του προϊόντος στα πλαίσια του ανταγωνισμού.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ

Μερικά από τα τεχνικά χαρακτήριστικά του ηλεκτρονικού καταστήματος θα μπορούσαν να είναι τα ακόλουθα:
z  Το ηλεκτρονικό κατάστημα πώλησης αγροτικών προϊόντων θα μπορούσε να είναι εθνικού επιπέδου όπου θα υπάρχει η δυνατότητα επιλογής προϊόντων ανά νομό.
z  Θα έχει δυνατότητα εναλλαγής αγγλικής/ελληνικής γλώσσας.
z  Θα μπορεί να αναφέρει μέσω του Google map την ακριβή περιοχή παραγωγής του προϊόντος.
z  Θα υπάρχει η δυνατότητα νόμιμης απόδειξης μέσω εκτύπωσης.
z  Θα περιέχει σε πίνακα τα ονόματα παραγωγών με την τιμή/κιλό  των προϊόντων που προτείνουν.
z  Πιθανή φωτογραφία των προς πώληση προϊόντων.
z  Online ευρετήριο προϊόντων. Ο καταναλωτής να έχει δυνατότητα να επιλέξει με βάση την τιμή, την κατηγορία προϊόντος, το όνομα του παραγωγού, την ημερομηνία παραγωγής κλπ.


ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ/ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Ο αγρότης θα γίνει ένας μικρός έμπορος. Τα πλεονεκτήματα είναι τα εξής:
z  Αύξηση των εσόδων τους.
z  Ανεξαρτητοποίηση
z  Επωνυμία
z  Ελεύθερος ανταγωνισμός για την καλύτερη ποιότητα και τις χαμηλότερες τιμές.

Ο καταναλωτής θα έχει:
z  ξεκάθαρη μείωση των τιμών των προϊόντων.
z  θα γνωρίζει μέσω των χαρακτηριστικών που προαναφέρθηκαν την εντοπιότητα και την ημερομηνία παραγωγής.
z  Στήριξη εισοδήματος στον ντόπιο παραγωγό, όπου μέσω της οικονομικής αλυσίδας ο αγρότης θα επιστρέψει μέρος των εσόδων του στις τοπικές επιχειρήσεις.

Το δημόσιο κερδίζει τα εξής:
z  Πλήρης επίλυση του προβλήματος των αγροτών καθώς πλέον οι ίδιοι οι αγρότες θα φέρουν την ευθύνη για τιμές των προϊόντων.
z  Πλήρης φορολογική παρακολούθηση και πάταξη της φοροδιαφυγής καθώς όλες οι αγορές θα καταγράφονται ηλεκτρονικά και θα μπορεί να γίνεται άμεσα η απόδοση φόρου. Αλλά και λόγω ονομασίας των αγορών με ονοματεπώνυμο και ΑΦΜ οι αγρότες ή οι εκάστοτε έμποροι θα είναι αδύνατο να φοροδιαφεύγουν.
z  Μέσω της οικονομικής αλυσίδας στήριξη των τοπικών επιχειρήσεων. Οι πολίτες θα αγοράζουν προϊόντα απευθείας από τον παραγωγό και όχι από τα σουπερ μάρκετ που στέλνουν χρήματα στο εξωτερικό αντί να τα επενδύουν στην Ελλάδα.

Ο αγροτικός τομέας θα μπορούσε να στηριχτεί με ένα ακόμα πρόσθετο μέτρο όπως:
z  Αύξηση  της φορολογίας με ειδικό φόρο ΜΗ-ΕΝΤΟΠΙΟΤΗΤΑΣ στα προϊόντα που ήδη παράγει η Ελλάδα  και  που εισρέουν στην Ελλάδα μέσω των τελωνείων και των λιμανιών. Ελεγκτικοί μηχανισμοί στα τελωνεία και στα λιμάνια θα επιβάλουν αυτό τον φόρο/ανά κιλό εισαγόμενου προϊόντος. Η τιμή ενός λευκού τυριού που πωλείται στην Ελλάδα ως φέτα θα ανέβει από το τελωνείο ή το λιμάνι κάνοντας της επιχειρήσεις και τα σούπερ μάρκετ να μην μπορούν να κάνουν διαφορετικά καθώς η τιμή του θα έχει εξισωθεί με το ελληνικό προϊόν.  Έτσι στα ράφια τους θα έχουν περισσότερα ελληνικά προϊόντα πετυχαίνοντας έτσι εισροή χρημάτων για τους έλληνες παραγωγούς.  Επίσης οι πολίτες θα προτιμήσουν το επώνυμο και ελληνικό προϊόν από το ξένο χωρίς όνομα παραγωγού.

Τα μειονεκτήματα του μέτρου είναι η  αρχική εξεύρεση πόρων για την:
z  Δημιουργία ή την αγορά των αποθηκών όπου θα συγκεντρώνονται όλα αγροτικά προϊόντα.
z  Δημιουργία εθνικού δικτύου μεταφορών προϊόντων.

Τα παραπάνω προβλήματα ενδεικτικά θα μπορούσαν να επιλυθούν ως εξής:
z  Οι αγρότες θα συνεισφέρουν από την πώληση ενός προϊόντος ένα ποσό για τα οικονομικά του συνεταιρισμού ο οποίος θα φροντίζει με μια μικρή συμμετοχή του δημοσίου για την πληρωμή των υπαλλήλων και την υλοποίηση της κατασκευής η την αγορά της αποθήκης. Μια άλλη λύση θα ήταν αρχικά ο κάθε συνεταιρισμός με ειδικό δάνειο της αγροτικής τραπέζης να χρηματοδοτήσει την  αγορά ή την κατασκευή με ένα πολύ μικρό επιτόκιο.
z  Σκοπός του συνεταιρισμού θα είναι να γίνει αυτοχρηματοδοτούμενος χωρίς την συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου.  Έτσι με έσοδα από την πώληση των προϊόντων των ίδιων των αγροτών ο συνεταιρισμός θα μεταφέρει τα προϊόντα μέσω του δικτύου του ΟΣΕ δίνοντας έτσι σε αυτόν τον παθογενή οργανισμό τεράστια έσοδα αν αναλογιστεί κανείς ότι η κάθε συνεταιριστική νομαρχιακή κοινότητα της Ελλάδας θα μεταφέρει καθημερινά προϊόντα. Πετυχαίνουμε έτσι αύξηση των ελλειμματικών ταμείων του ΟΣΕ αλλά και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μελλοντικά για τον έλεγχο των προϊόντων, για την αύξηση του δικτύου και την ταχύτερη παροχή υπηρεσιών.

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Σε σύντομο χρονικό διάστημα οι αγρότες δεν θα μπορούν να πωλούν τα προϊόντα τους μόνο στις ελληνικές αγορές αλλά και στις διεθνείς. Η ελεύθερη αγορά του ίντερνετ αλλά και η ανάπτυξη της διυπουργικότητας της ελληνικής κυβέρνησης θα μπορέσει να συνεισφέρει στην  εξαγωγή των προϊόντων στο εξωτερικό. Το υπουργείο που είναι υπεύθυνο για την τουριστική ανάπτυξη θα πρέπει να διαφημίζει σε εκθέσεις ανά την υφήλιο τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα σε συνεργασία με τους συνεταιρισμούς όλης της χώρας. Το ηλεκτρονικό κατάστημα πώλησης αγροτικών προϊόντων (καθώς αυτό θα περιέχει και την επιλογή οι συναλλαγές να μπορούν να γίνουν στ αγγλικά) θα μπορεί να το χρησιμοποιεί ένα σουπερμάρκετ από την Κίνα για να παραλάβει ένα συγκεκριμένο προϊόν συνεταιρισμού. Η συγκεκριμένη χώρα-αγορά θα πρέπει να στοχευθεί για την κατάληξη των ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Το αρμόδιο υπουργείο κάνοντας μια εμπεριστατωμένη έρευνα σε συνεργασία με τα ελληνικά πανεπιστήμια θα αναφέρει ποιους τομείς της υγείας βελτιώνει η κατανάλωση μοναδικών ελληνικών προϊόντων που δεν παράγονται σε άλλες χώρες. Έπειτα το υπουργείου τουρισμού με ειδική καμπάνια που θα αποτελείται από πανεπιστημιακούς, ειδικούς μάρκετινγκ άλλα και μέλη των συνεταιρισμών θα προάγει τα ελληνικά προϊόντα στην χαώδη αγορά της κίνας τα οποία θα διαφέρουν σε ποιότητα με όλα τα υπόλοιπα.  Το μοναδικό πρόβλημα έγκειται στα ευπαθή προϊόντα αλλά στην επίτευξη της ταχύτερης δυνατής μεταφοράς. Το αρμόδιο υπουργείο για το εμπόριο θα μπορούσε να υπογράψει κάποιο μνημόνιο συνεργασίας με το αντίστοιχο κινέζικο για μείωση του κόστους μεταφοράς του εκάστοτε κοντέινερ πχ. Κάθε ελληνικό κοντέινερ που θα φτάνει σε κινέζικο έδαφος να μην πληρώνει φόρο στο λιμάνι και να συμβαίνει το ίδιο με ένα αντίστοιχο κινέζικο κοντέινερ. Προωθώντας το ανταλλακτικό εμπόριο έχουν και οι δυο κυβερνήσεις σαφή οφέλη.

Σύνοψη

Συνοψίζοντας η λειτουργία ενός εθνικού ηλεκτρονικού καταστήματος πώλησης αγροτικών προϊόντων θα επίλυε τα προβλήματα των αγροτών σχετικά με τα αιτήματα τους για την κατώτερη τιμή καθώς αυτοί πλέον θα καθορίζουν την τιμή /ανά κιλό εξαφανίζοντας έτσι τους μεσάζοντες μειώνοντας το γενικό κόστος των προϊόντων για όλους τους καταναλωτές πετυχαίνοντας περισσότερα κέρδη για αυτούς τα οποία με την σειρά τους θα τα εναποθέσουν στην τοπική κοινωνία. Οι νομαρχιακοί συνεταιρισμοί μέσω του δικτύου του ΟΣΕ θα μεταφέρουν προϊόντα σε όλη την χώρα και θα αποθηκεύουν τα προϊόντα. Η ηλεκτρονική καταγραφή και πώληση μηδενίζει την φοροδιαφυγή. Και τέλος τα ελληνικά πανεπιστήμια με το υπουργείο τουρισμό προωθούν την ποιότητα και όχι την ποσότητα των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό κάνοντας έτσι των πρωτογενή τομέα φορέα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.  

Ο μιμητισμός των κβαντικών νευρωνικών δικτύων

Ως (μέχρι τώρα…) γνωστόν το δεξί ημισφαίριο του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι υπεύθυνο για λειτουργίες όπως spatial orientation, intuition, semantics κλπ. Ενώ το αριστερό ημισφαίριο είναι υπεύθυνο για την προσωρινή επεξεργασία των δεδομένων, την λογική σκέψη και την σύνταξη. Βάση αυτής της οπτικής γωνίας είναι πολύ φυσικό να θεωρήσουμε ότι οι κλασσικοί υπολογιστές μιμούνται την λειτουργία του αριστερού ημισφαιρίου και οι νευροϋπολογιστές μιμούνται την λειτουργία του δεξιού ημισφαιρίου. Ο Penrose αξιοπρόσεκτα χαρακτηρίζει αυτούς τους δύο τύπους υπολογιστών ως «πάνω προς τα κάτω» και «κάτω προ τα πάνω». Ωστόσο υποστήριξε ότι υψηλότερες εγκεφαλικές λειτουργίες όπως η συνείδηση δεν μπορούν να προσομοιωθούν χρησιμοποιώντας κάποιον από αυτούς τους τύπους. Οι εισηγήσεις που παρουσιάζονται σε αυτό το κεφάλαιο παρουσιάζουν τις δυνατότητες του συνδυασμού των μοναδικών υπολογιστικών δυνατοτήτων των κλασσικών νευρωνικών δικτύων και των κβαντικών υπολογιστών. Το αποτέλεσμα είναι η παραγωγή υπολογιστικών παραδειγμάτων εξέχουσας προοπτικής. Κατά τους Alexandr A. Ezhov και Dan Ventura δεν υπάρχει κάποια συσχέτιση μεταξύ των βιολογικών νευρωνικών δικτύων και των κβαντικών νευρωνικών δικτύων τουλάχιστον στο πεδίο της ανθρώπινης διαίσθησης.
[Perus, M. (1997) Neural networks, quantum systems and consciousness. Science Tribune, Article - May. http://www.tribunes.com/tribune/art97/peru1.htm] Ωστόσο ο Perus υποστήριξε ότι τα νευρωνικά δίκτυα μπορούν να είναι μια «μακροσκοπική αντιγραφή των κβαντικών επεξεργαστικών δομών». Έτσι τα νευρωνικά δίκτυα θα μπορούσαν να είναι «μια επιφάνεια μεταξύ του μακρό-κοσμου του ανθρώπινου περιβάλλοντος και του μικρό-κοσμου της μη τοπικής διαίσθησης του» (“neural networks can be a macroscopic replica  of quantum processing structures. Neural networks could be an interface between the macro-world of man’s environment and the micro-world of his non-local consciousness”).
Όπως διαφαίνεται δεν είναι σχετικά απίθανο μελλοντικά μοντέλα κβαντικών νευρωνικών δικτύων να μπορούν να έρθουν ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στις πιο «σκοτεινές» και απόμακρες περιοχές της ανθρώπινης σκέψης και του εγκεφάλου, προσομοιώνοντας λειτουργίες που θεωρούνταν απόμακρες για τα κλασσικά πρότυπα υπολογιστών. 
Μερικοί επιστήμονες πιστεύουν ότι τα κβαντικά νευρωνικά δίκτυα ίσως αναπτυχθούν σε σημείο έτσι ώστε να υπερκεράσουν τις δυσκολίες που περιγράφονται στην θεωρία  Church-Turing (Church-Turing thesis). Σύμφωνα με την οποία όλοι οι υπάρχοντες υπολογιστές έχουν ίδια υπολογιστική ισχύ με την μηχανή-Τuring (Universal Turing Machine). Επίσης όλες οι αλγοριθμικές διαδικασίες που διεξάγονται στον ανθρώπινο εγκέφαλο μπορούν να πραγματοποιηθούν με αυτή την μηχανή και αντίθετα. Κανένας υπάρχων νευρω-υπολογιστής, ούτε κάποιος κβαντικός υπολογιστής θεωρητικά δεν μπορεί να ξεφύγει από την αρχή Church-Turing.
[Cutting, D.(1999) Would quantum neural networks be subject to the decidability constraints of the Church-Turing thesis? Neural Network World, N.1-2, pp.163-168] Ισχύει το ίδιο όμως και για τα κβαντικά νευρωνικά δίκτυα? Το 1999 o Dan Cutting αναρωτήθηκε εάν τα κβαντικά νευρωνικά θα αμφισβητήσουν τις αρχές-«σταθερές» των Church-Turing, για τα υπάρχοντα μοντέλα κβαντικών νευρωνικών δικτύων η απάντηση σχεδόν σίγουρα είναι «όχι», αλλά μερικά φυσικά συστήματα όπως οι «σκουληκότρυπες» πιθανολογείται ότι ίσως αποτελέσουν την βάση για να καταφέρουν τα κβαντικά νευρωνικά δίκτυα να υπερκεράσουν τα όρια. 

Οι μελλοντικές έρευνες στα κβαντικά νευρωνικά δίκτυα ίσως καταφέρουν να δείξουν ότι κανένα σημείο του ανθρωπίνου εγκεφάλου ακόμα και αυτό της διαίσθησης δεν είναι αδύνατο να προσεγγιστεί. Άραγε θα καταφέρουν τα κβαντικά νευρωνικά δίκτυα να προσθέσουν το τελευταίο λιθαράκι στις συνεχές τάσεις του ανθρώπου για δημιουργία υπολογιστικών μηχανών με τον μέγιστο μιμητισμό προς τον ανθρώπινο εγκέφαλο στο διάβα του χρόνου...?

ΤΟ ΥΠΑΡΞΙΑΚΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ ΣΤΑ ΤΕΧΝΗΤΑ ΝΕΥΡΩΝΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ

Η ύπαρξη χάους στα βιολογικά νευρωνικά δίκτυα του ανθρώπινου εγκεφάλου ήταν μια ανακάλυψη που έγειρε το ενδιαφέρον αρκετών επιστημών που ασχολήθηκαν με τα τεχνητά νευρωνικά δίκτυα. Σε μια άνιση μάχη οι επιστήμονες προσπαθούν να μιμηθούν και να προσομοιώσουν τις δυνατότητες και τις λειτουργίες του ανθρωπίνου εγκεφάλου άλλα πάντα θα βρίσκονται ένα βήμα πίσω γιατί η ανακάλυψη 100% της λειτουργίας του ανθρωπίνου εγκεφάλου αργεί πολύ ακόμα. Ο Steven Hawking έλεγε ότι ξέρουμε σχεδόν τα πάντα για το σύμπαν εκτός από τα πρώτα τρισεκατομμυριοστά του δευτερολέπτου από την γέννηση του, δυστυχώς για εμάς όλα τα κρυμμένα μυστικά βρίσκονται σε αυτά τα τρισεκατομμυριοστά. Κάπως έτσι είναι και τα πράγματα για την αποκρυπτογράφηση του ανθρωπίνου εγκεφάλου μπορούμε να τον ανακαλύψουμε κατά 99,9% κάποια στιγμή, αλλά εκείνο το 0,1% θα είναι αυτό θα μας κρύβει τα πάντα.
Μερικοί επιστήμονες αναρωτιούνται κατά πόσο είναι χρήσιμη η θεωρία του χάους στα τεχνητά νευρωνικά συστήματα που επιδιώκουν να αναπαράγουν τις δυνατότητες του ανθρωπίνου εγκεφάλου και μέχρι ποιο σημείο το χάος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την βελτίωση της απόδοσης των τεχνητών νευρωνικών συστημάτων. Το κατά πόσο είναι απαραίτητο το χάος στα τεχνητά νευρωνικά δίκτυα σαν ερώτημα δεν έχει απαντηθεί ακόμα.
[ Bower, B. Chaotic Connections (1988) Science News, 133 58-59 ] Ο Bower το 1988 είπε ότι «το χάος είναι η ποιότητα που κάνει την διαφορά στην επιβίωση μεταξύ ενός πλάσματος με εγκέφαλο στον πραγματικό κόσμο και ενός ρομπότ που δεν μπορεί να λειτουργήσει έξω από ένα ελεγχόμενο περιβάλλον». Μια θεωρία που από ότι φαίνεται θέλει ακόμα καιρό για να καταργηθεί…
[The Importance of Chaos Theory in the Development of Artificial Neural Systems, Dave Gross]Οι προσπάθειες του Freeman και των υπολοίπων δεν έπεισαν ένα σημαντικό μέρος της επιστημονικής κοινότητας που θεωρεί το χάος ως ένα κατανοητό υποπροιόν περίπλοκων συστημάτων όπως ο ανθρώπινος εγκέφαλος ή τα τεχνητά νευρωνικά δίκτυα, χωρίς όμως να σημαίνει ότι το χάος αυτό καθεαυτό δεν προσφέρει στην αποδοτικότητα του συστήματος. Μερικοί όπως ο Stephen Grossberg και ο Gail Carpenter θεωρούν ότι τα οφέλη που προσφέρονται σε υποθετικό επίπεδο από τα χαοτικά συστήματα μπορούν να επιτευχθούν με άλλους τρόπους στα τεχνητά νευρωνικά συστήματα.

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΕΓΚΕΦΑΛΟ

Η ύπαρξη ή μη της θεωρίας του χάους στον ανθρώπινο εγκέφαλο απασχόλησε τους επιστήμονες για περισσότερο από 10 χρόνια. Ύστερα από πολλές έρευνες η χαοτική συμπεριφορά του ανθρωπίνου εγκεφάλου ανακαλύφθηκε τόσο μικροσκοπικά όσο και μακροσκοπικά.

O ελκυστής του Λόρενζ


[Guevara, M.R., Glass, L., Mackey, M.C., & Shrier, A. (1983) Chaos in Neurobiology IEEE Transactions on Systems, Man, and Cybernetics, SMC-13, 790-798 ]Σε μικροσκοπικό επίπεδο δηλαδή στο επίπεδο νευρώνων το 1983 υποστηρίχθηκε η άποψη ότι η ανακάλυψη του χάους σε νευρωνικό επίπεδο θα μπορούσε να είναι υπεύθυνη για διαταραχές του ανθρωπίνου εγκεφάλου όπως σχιζοφρένια, αϋπνία επιληψία κλπ.
Η ανακάλυψη του χάους στον ανθρώπινο εγκέφαλο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σε μακροσκοπικό επίπεδο. Εν αντιθέσει με τις μέχρι πρότινος πεποιθήσεις ότι το χάος αντιπροσώπευε μια πιθανή πηγή επιβλαβούς διαταραχής για τον εγκέφαλο οι επιστήμονες κατέλειξαν στο συμπέρασμα ότι το χάος ήταν ουσιαστικό για την ορθή λειτουργία του ανθρωπίνου εγκεφάλου. Ο Dr. Walter Freeman ήταν ο στυλοβάτης της θεωρίας του χάους σε μακροσκοπικό επίπεδο στον εγκέφαλο. Η ανακάλυψη του Freeman για την χαοτική συμπεριφορά στην χάραξη του ελεκτροεγκεφαλογράφηματος (EEG) των οσφρητικών βολβών στα κουνέλια οδήγησε σε πλήθος επιστημονικών δημοσιεύσεων για τον ρόλο του χάους στον εγκέφαλο και στην διασύνδεση τους με τα τεχνητά νευρωνικά δίκτυα.  Ο Freeman παρατήρησε ότι για μερικά γνωστά αλλά σύνθετα ερεθίσματα η αναγνώριση ήταν σχεδόν στιγμιαία. «Ένα άτομο αναγνωρίζει ένα γνωστό πρόσωπο ή την μυρωδιά της σχάρας ή την γεύση μιας σοκολάτας σχεδόν μόλις παρουσιάζεται εκείνο το ερέθισμα… Πως μια τέτοια αναγνώριση συμβαίνει με τόση ακρίβεια και ταχύτητα ακόμα και όταν τα ερεθίσματα είναι σύνθετα και το πλαίσιο στο οποίο προκύπτουν ποικίλλει» [Freeman et.al. 1991] H απάντηση που καλύπτει τον ανωτέρω προβληματισμό του είναι το Χάος.
[Skarda, C. A. & Freeman, W. J. (1987) How brains make chaos in order to make sense of the world Behavioral and Brain Sciences, 10, 161-195 with Open Peer Commentary] Οι Skarda και Freeman το 1987 διαπίστωσαν ότι υπάρχει σταθερή δραστηριότητα στον οσφρητικό φλοιό και αυτή η δραστηριότητα είναι χαοτική. [Freeman, W. J. & Yao, Y. (1990) Model of Biological Pattern Recognition with Spatially Chaotic Dynamics Neural Networks, 3, 153-170] Θεωρεί ότι είναι πιθανό το υπόλοιπο μέρος του εγκεφάλου να συμπεριφέρεται με παρόμοιο τρόπο και για την υποστήριξη της θέσης του αυτή εισηγήθηκε ότι το χάος αποτελεί την βασική μορφή συλλογικής νευρωνικής δραστηριότητας για όλες τις αντιληπτικές διαδικασίες και λειτουργεί ως ελεγχόμενη πηγή θορύβου ως μέσο για την εξασφάλιση της συνεχούς πρόσβασης στα προηγούμενα (από πλευράς χρόνου) εκμαθημένα αισθητηριακά πρότυπα. Το χάος παρέχει στο σύστημα μια έτοιμη κατάσταση με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφευχθεί η περιττή διαδικασία για το σύστημα με το να «ξυπνήσει» ή να επιστρέψει σε μια «κοιμισμένη» κατάσταση κάθε φορά που δίνεται μια νέα είσοδος.
Γενικά ένα χαοτικό σύστημα και το χάος του ανθρωπίνου εγκεφάλου εναλλάσσονται συχνά με ένα φαινομενικά τυχαίο τρόπο μεταξύ των διαφόρων περιοχών (ή των ομάδων συμπεριφορών) του φασικού διαστήματος (phase-space). Αυτές οι περιοχές είναι όπως αναφέρθηκε προηγουμένως είναι οι χαοτικοί ελκυστές. (βλ. φωτ. Ελκυστής του Λορενζ). Οι ελκυστές αυτοί αποκαλούνται και φτερά (βλ. φαινόμενο της πεταλούδας). Ο τρόπος που ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί το χάος για να εξασφαλίσει την συνεχή πρόσβαση στα προηγούμενα (από πλευράς χρόνου) εκμαθημένα αισθητηριακά πρότυπα είναι να «αναπτύξει» αυτά τα φτερά για διαφορετικά εκμαθημένα πρότυπα εισόδου. Σύμφωνα με τους ερευνητές η χαοτική δραστηριότητα που λειτουργεί στο υπόβαθρο επιτρέπει στο σύστημα να  μεταπηδήσει ταχύτητατα σε ένα από αυτά τα φτερά όταν παρουσιαστεί με την κατάλληλη είσοδο. Η μετάβαση έμπροσθεν και όπισθεν μεταξύ των φτερών ή μεταξύ του κεντρικού μέρους και ενός εκ των φτερών αντιπροσωπεύει την μετάβαση φάσης από φυσικής άποψης αλλά και από την άποψη της αναγνώρισης προτύπων των νευρωνικών δικτύων.
[Skarda & Freeman 1987] Εάν η είσοδος δεν στέλνει το σύστημα σε ένα από αυτά τα φτερά θεωρείται νέα εισαγωγή (πχ. μια άγνωστη μυρωδιά) και αντί για την παραγωγή ενός από τα προηγούμενα (από πλευράς χρόνου) εκμαθημένα αισθητηριακά πρότυπα το σύστημα τίθεται σε χαοτική κατάσταση υψηλού επιπέδου (high level chaotic state). Αυτή η διαδικασία επιτρέπει στο σύστημα να αποφεύγει προηγούμενα αισθητηριακά πρότυπα και να παράγει καινούργια.
Μερικοί ερευνητές πιστεύουν ότι αυτό το είδος χαοτικής συμπεριφοράς με υπόβαθρο είναι στην πραγματικότητα απαραίτητη για την συμμετοχή του εγκεφάλου στην συνεχή μάθηση. Έτσι ο ανθρώπινος εγκέφαλος ακολουθεί μια τακτική κατηγοριοποίησης μιας νέας εισόδου σε μια νέα κατηγορία παρά να προβεί στην διαδικασία να ταιριάξει-καταχωρήσει σε μια ήδη υπάρχουσα. Με την έλλειψη ενός τέτοιου μηχανισμού το σύστημα δεν δύναται να αποφύγει την επαναπαραγωγή προηγούμενων εκμαθημένων αισθητηριακών προτύπων και μπορεί μόνο να συγκλίνει σε ένα πρότυπο συμπεριφοράς που έχει ήδη μάθει.

Η ηλεκτρονική ψηφοφορία ως η σύγχρονη «εκκλησία του δήμου»

Ένας απώτερος στόχος της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας είναι να τονώσει το αίσθημα δημοκρατικότητας των πολιτών και την συμμετοχή τους στα κοινά και στην χάραξη πολιτικών αποφάσεων τόσο σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η στιγμή της πολιτικής ωριμότητας ίσως να μην αργήσει πολύ να έρθει στην Ελλάδα και να αποτελέσει εφαλτήριο για την εισχώρηση της συμμετοχής στα κοινά σε καθημερινή βάση.
Κοιτώντας προς το παρελθόν μπορούμε να δημιουργήσουμε το μέλλον, το δρόμο για την δημοκρατικότητα μας την έδειξαν οι αρχαίοι προγονοί μας με την περίφημη αθηναϊκή δημοκρατία . Αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της δημοκρατίας ήταν η «εκκλησία του δήμου». 
[Wikipedia] "Η Εκκλησία του Δήμου ήταν η κύρια δημοκρατική συνέλευση στην αρχαία Αθήνα, και πραγματοποιούνταν στο λόφο της Πνύκας, στην Αγορά ή στο Θέατρο του Διονύσου. Η συνέλευση ήταν ανοιχτή σε όλους τους άρρενες πολίτες (που είχαν πολιτικά δικαιώματα) με ηλικία μεγαλύτερη των 18 ετών, και καθιερώθηκε από τον Σόλωνα το 594 π.Χ.. Κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. έως και 43.000 Αθηναίοι πολίτες συμμετείχαν στη διαδικασία των αποφάσεων της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Η συνέλευση ήταν αρμόδια για γενικά θέματα της πόλης, αλλά και για την κήρυξη του πολέμου, τις επιλογές στρατιωτικής στρατηγικής, και της εκλογής στρατηγών και άλλων ανώτερων αξιωματούχων. Η Εκκλησία συνερχόταν σε 4 τακτές συνεδριάσεις στη διάρκεια κάθε πρυτανείας, άρα 40 φορές το χρόνο. Η πρώτη από τις 4 συνεδριάσεις κάθε πρυτανείας λεγόταν "κυρία Εκκλησία". Ωστόσο, γίνονταν και έκτακτες συνεδριάσεις (σύγκλητοι). Οι εργασίες άρχιζαν νωρίς το πρωί και τελείωναν με τη δύση του ηλίου. Αρμόδιος ήταν ο επιστάτης των πρυτάνεων, ο πρόεδρος της συνεδρίασης. Τον βοηθούσαν ένας κήρυκας κι ο γραμματέας της Βουλής. Η ημερήσια διάταξη για την εκκλησία του δήμου γινόταν από την Βουλή. Οι ψηφοφορίες γινόντουσαν με ανάταση του χεριού. Δικαίωμα λόγου είχαν μόνο Αθηναίοι πολίτες."
Αν αναδιαμορφώναμε εξ ‘αρχής αυτό το σύστημα στα σύγχρονα πρότυπα δημοκρατικότητας με τέτοιο τρόπο ώστε ζητήματα που μας αφορούν άμεσα να μπορούν με μία σύγχρονη μορφή δημοψηφίσματος να ελέγχονται από τους πολίτες. Οι εκλογικοί αντιπρόσωποι θα έχουν την κοινή γνώμη των πολιτών σε μια σειρά από πολιτικά ζητήματα είτε θετική είτε αρνητική θα συνδέεται στενά η πολιτική τους πρόθεση. Μια μεγαλόπνοη ιδέα θα ήταν να τοποθετηθούν μηχανήματα ηλεκτρονικής ψηφοφορίας σε κάθε πλατεία των ελληνικών πόλεων. Οι πολίτες θα μπορούσαν επί καθημερινής άποψης να καταθέτουν την ψήφο τους γιατί όχι και ιδέες για την επίλυση σημαντικών ζητημάτων. Θα δημιουργούσαμε ένα δίκτυο από απόψεις και ιδέες από όλη την Ελλάδα που χρήσιμα συμπεράσματα θα έβγαιναν μέσω στατιστικών αναλύσεων. Οι πολιτικοί θα είχαν άλλο ένα «εργαλείο» στα χέρια για την βελτίωση της ζωής στην Ελλάδα αλλά και οι πολίτες με το ίδιο «εργαλείο» θα μπορούσαν να ελέγχουν τους πολιτικούς ως προς την διαμόρφωση της πολιτικής τους. Ακολουθώντας τον δρόμο που μας έδειξαν οι πρόγονοι μας θα δημιουργούσαμε μια σύγχρονη εκκλησία του δήμου εδραιώνοντας και διασπείροντας την δημοκρατία πιο πολύ από ποτέ…

Οδηγίες προς όσους θέλουν να κλείσουν πρώτο ραντεβού με τη φιλοσοφία


«Κατά την ανάγνωση, η φιλία αίφνης ανακτά της αρχική της αγνότητα. Με τα βιβλία δεν υπάρχει ψευδής επίδειξη αβρότητας. Αν περνάμε το βράδυ με αυτούς τους φίλους, είναι επειδή πράγματι το θέλουμε».
Marcel Proust




Ο δημιουργός γράφει πάντοτε απευθυνόμενος σε ένα μελλοντικό κοινό στου οποίου τη συγκρότηση θα παίξει ρόλο. Κοινώς, αμφιβάλλω αν θα υπάρξει έστω ένας που θα με διαβάσει, αλλά από βαρεμάρα και μεράκι μπήκα στον κόπο να σας κατατοπίσω (τους παντελώς άσχετους) πάνω σε μια εισαγωγική φιλοσοφική βιβλιογραφία, κυρίως σε επίπεδο ιστορικοφιλοσοφικών εγχειριδίων. Θα αναφέρω κλασσικά αλλά και περισσότερο "ψαγμένα" έργα, όπως και εκλαϊκευτικά αλλά και απαιτητικά βιβλία, με βασικό κριτήριο το πόσο χρησίμευσαν σε εμένα όταν διεξήγαγα αντίστοιχες έρευνες και το πόσο απολαυστικά μου φάνηκαν. Η φιλοσοφία, όπως υπαινίσσεται ο τίτλος, μοιάζει με δύσκολη και όμορφη γκόμενα. Θα χρειστεί να την πολιορκήσεις επί μακρόν, να μάθεις από τις αποτυχίες σου, να μην απογοητευτείς όταν τη δεις να γελάει κοροϊδευτικά -αλλά όχι χαιρέκακα- με την αγαρμποσύνη και τις άτσαλες κινήσεις σου, ή όταν φλερτάρει με κάποιον άλλο. Δεν σου υπόσχεται τίποτε, παρά μονάχα την ισχυρή εντύπωση ότι τελικά όλο το Παιχνίδι αξίζει τον κόπο, πράγμα που δεν θα μάθεις, εκτός από όταν είναι πολύ αργά: αλλά το χαμόγελο της σε πείθει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία.
     Χωρίς άλλες χρονοτριβές, υπάρχει η ποιότητα της εκτεταμένης εργασίας του σερ Μπέρτραντ Ράσσελ που στα 1945 φιλοδόξησε να χωρέσει όλη την ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας σε δύο τόμους, μένοντας όμως λειψή και μονομερής στην παρουσίαση κάποιων στοχαστών (ενδεικτικά: απουσιάζουν οι Κίρκεγκορντ, Χούσσερλ, Χάιντεγκερ, περιλαμβάνονται άλλοι όπως ο Ρουσσώ και -ακόμη περισσότερο- ο λόρδος Βύρων που δε θα τους έβρισκε κανείς το ίδιο εύκολα σήμερα, και γενικότερα αντιμετωπίζονται άγαρμπα στοχαστές -όπως οι Νίτσε και Μπερξόν- που δεν έχαιραν της συμπάθειας του συγγραφέα, που το παρακάνει ορισμένες φορές με τη γενική ιστορία).  Εξαίρετη είναι η Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας του πανεπιστημίου της Οξφόρδης υπό την επιμέλεια του σερ Άντονυ Κέννυ [εκδόσεις "Νεφέλη", Αθήνα, 2005 ], που ξεμπερδεύει αρκετά σύντομα με την "ηπειρωτική " φιλοσοφία [δηλαδή τους γαλλογερμανούς] για να αναλύσει διεξοδικότατα τους πατέρες της αναλυτικής τάσης, ολοκληρώνοντας μάλιστα την εξιστόρηση της μόλις στο 1950. Η ιστορία της σύγχρονης ευρωπαϊκής φιλοσοφίας του πολωνού Γιόζεφ Μποχένσκι

[εκδόσεις “Δωδώνη”, Αθήνα-Ιωάννινα, 1985], γραμμένη στα μέσα του 20ού αιώνα, προδίδει τη βαθιά γνώση του αντικειμένου αλλά προβαίνει σε κατηγοριοποιήσεις και κρίσεις που δεν με βρίσκουν σύμφωνο (υποτιμά τον μαρξισμό και την αναλυτική φιλοσοφία εν αντιθέσει με φιλοσόφους -όπως ο Νικολάι Χάρτμαν, ο Λεόν Μπρυνσβίκ, ο Μπενεντέτο Κρότσε ή ακόμη και ο Καρλ Γιάσπερς- που σήμερα ίσως δε θεωρούνται τόσο σημαντικοί).
     Η Ιστορία της νεωτερικής και σύγχρονης φιλοσοφίας του Ζαν-Μισέλ Μπενιέ [εκδόσεις "Καστανιώτη", 2η έκδοση, Αθήνα, 2001] είναι μνημειώδης από άποψη πληρότητας, ποιότητας αλλά και μεγέθους αφού καταλαμβάνει στην ελληνική έκδοση περίπου 800 σελίδες! Αντίστοιχης έκτασης είναι και η αδιαμφισβήτητης σοβαρότητας θεματική εισαγωγή στη φιλοσοφία του Αλαίν Ρενώ και των συνεργατών του [Renaut A., Η φιλοσοφία, εκδοσεις “Πόλις”, Αθήνα, 2009], που περιλαμβάνει ιστορικές αναδρομές στην πραγμάτευση των επί μέρους ζητημάτων, ενώ βρήκα πολύ καλογραμμένο και διεισδυτικό το «εκλαϊκευτικό» βιβλίο του Ροζέ-Πολ Ντρουά για τη συντροφιά των φιλοσόφων που, μολονότι δεν αποτελεί ακριβώς ιστορία της φιλοσοφίας, περιέχει αρκετές ενδιαφέρουσες ενοράσεις [Droit R-P., Η συντροφιά των φιλοσόφων, εκδόσεις “Ψυχογιός”, Αθήνα, 2006] που του δίνουν το χαρακτήρα αντισυμβατικού εγχειριδίου. Προσωπικά θα πρότεινα σε όποιον δεν έχει διαβάσει κανένα απ' αυτά το έργο του Μπενιέ και ως εναλλακτική επιλογή εκείνο του Ντρουά. Οι δυο συλλογικές ιστορίες, αυτή της σειράς encyclopedie de la pleiade και εκείνης υπό την επιμέλεια του Φρανσουά Σατλέ1, αμφότερες δημοσιευμένες στη Γαλλία τη δεκαετία του 1970, είναι πρωτοποριακές διότι συγκεντρώνουν σπουδαίους συγγραφείς και χτυπάνε την παραδοσιακή ματιά του παντογνώστη ιστορικού – χάνουν, όμως, ακριβώς την απαιτούμενη συνέχεια της οπτικής και μπορούν να μπερδέψουν τον "αρχάριο" αναγνώστη (ενδέχεται βεβαίως να λειτουργούν θαυμάσια ως ριζωματικές δομές όπου η είσοδος και η αναχώρηση από οποιοδήποτε σημείο επιτρέπονται, αν όχι επιβάλλονται - αλλά κάτι τέτοιο προϋποθέτει ήδη έναν αναγνώστη λιγότερο διστακτικό, που δεν είναι αυτός στον οποίο απευθύνομαι εδώ). 
1. Πρόκειται για ένα συλλογικό έργο που δημοσιεύτηκε σε τέσσερις τόμους στη Γαλλία το 1972-1973 (αποτελώντας συντομευμένη εκδοχή μιας ακόμη εκτενέστερης εργασίας) και συγκέντρωσε τριάντα περίπου μελετητές, ανάμεσα στους οποίους και κορυφαίους συγγραφείς όπως οι Ferdinand Alquié, Jean-Toussaint Desanti, François Châtelet, Νίκος Πουλαντζάς, René Schérer, Jacques Bouveresse, Gérard Granel και Gilles Deleuze.
 

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Σοπενχάουερ ή μια παιδαγωγική της επιθυμίας


«Η καθημερινότητα των κοινωνιών μας, μας κάνει να βιώνουμε ένα άλλο είδος εφιάλτη. Πρόκειται πάντοτε για την πανάκριβη εξαγορά της ευχαρίστησης να αναπνέεις. Ο Σοπενχάουερ επιστρέφει στη μόδα γιατί είναι ο στοχαστής όλων των εποχών παρακμής. Κι αυτές οι εποχές τον αγαπούν γιατί τους επιστρέφει την εικόνα της κενότητας τους.
Σε τούτο το fin de siècle μονάχα μια φωνή έχει κάποια ελπίδα να βρει μιαν απήχηση· αυτή του μηδενός»…
Ντιντιέ Ραυμόντ




Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ [1788-1860] συχνά αντιμετωπίζεται ως ένας ανορθόδοξος ερμηνευτής -αν όχι και εκλαϊκευτής- της καντιανής φιλοσοφίας. Γεννήθηκε το 1788 και έγραψε το σημαντικότερο του έργο με τίτλο Ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση πριν κλείσει τα τριάντα. Είχε μάλιστα σε τόσο μεγάλη εκτίμηση τον εαυτό του, ώστε έφτασε να ισχυριστεί ότι ορισμένες σελίδες του έργου αυτού είχαν υπαγορευτεί σ’ αυτόν από το Άγιο Πνεύμα (!). Οι κύριες πηγές της σκέψης του ήταν ο καντιανισμός, ο πλατωνισμός και οι ινδουιστικές Ουπανισάδες. Το 1811 παρακολούθησε τον Φίχτε [1762-1814] στο Βερολίνο, τον οποίο αρχικά θαύμαζε ώσπου σύντομα τον πήρε χαμπάρι: «την ώρα του μαθήματος λέει πράγματα που μου γεννούν τη διάθεση να του βάλω ένα πιστόλι στον κρόταφο και να του πω: “Θα πεθάνεις τώρα, και δίχως οίκτο· αλλά, ενονόματι της μικρής σου ψυχής, πες μου αν σκέφτηκες ποτέ κάτι σαφές μέσα στην ασυναρτησία σου ή αν μας περιπαίζεις”»!...
      Υπήρξε καθηγητής για ένα διάστημα στο Βερολίνο, και μάλιστα είχε επιλέξει οι διαλέξεις του να γίνονται την ίδια ώρα με εκείνες του Χέγκελ [1770-1831], με αποτέλεσμα να παρίσταται σε αυτές ελάχιστος κόσμος, δηλαδή με το ζόρι πέντε φοιτητές -δεν ξέρω κι εγώ τι θα έδινα για να μάθω ποιοι ήταν και τι απέγιναν!-, ενώ στα επόμενα είκοσι τέσσερα εξάμηνα που συνέχισε να διδάσκει κανείς φοιτητής δεν επέλεξε το μάθημα του! Ταξίδεψε από μικρός σε πολλές χώρες (Ολλανδία, Αγγλία, Γαλλία, Ελβετία, Αυστρία) και είχε μια συγκρουσιακή σχέση με τη μητέρα του· η τελευταία, ερωτική και μορφωμένη γυναίκα, είχε σχετιστεί μ’ έναν άντρα μεγαλύτερο της και έγραφε γυναικεία μυθιστορήματα αντίστοιχα των σημερινών άρλεκιν. Μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι από την κυρία αυτή πήρε την σκληρή και κυνική του ειρωνεία, έχοντας την δει πρώτα να την εφαρμόζει επάνω στον ίδιο. «Η παθολογική αυτή σχέση με την πρώτη γυναίκα της ζωής του θα επιβαρυνθεί και από μια σειρά μονότονα ατυχείς έρωτες του Σοπενχάουερ. Έφηβος, ερωτεύεται μιαν ηθοποιό, την Καρολίν Ζάγκεμαν, η οποία όμως έχει την καρδιά της δοσμένη αλλού. Νεαρός, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Ιταλία, κατακτά με το πάθος του μιαν Ιταλίδα, την Τερέζα Φούγκα· πολύ σύντομα θα τον εγκαταλείψει. Καθιστά έγκυο μια νεαρή καμαριέρα και το βάζει στα πόδια κατατρομοκρατημένος, αναθέτοντας στην αδερφή του ν’ αποζημιώσει την κοπέλα. Από το 1821 συντηρεί την κοσμική πόρνη Καρολίν Μπεντόν, η οποία τον εγκαταλείπει το 1831 για έναν πιο ευκατάστατο προστάτη»…
      Το πορτραίτο του που φιλοτεχνεί ο Ντρουά είναι πραγματική αγιογραφία: «είναι μισάνθρωπος, χολερικός, φιλέρειδος, καχύποπτος, ματαιόδοξος, ναρκισσιστής. Είναι προφανώς μια ανυπόφορη προσωπικότητα. Φαίνεται να μοιράζει δεξιά κι αριστερά κατηγορίες όσο ζούσε. Από τη μια επιστολή στην άλλη, από δεκαετία σε δεκαετία, δεν παύει να αξιώνει υπερβολικές εγγυήσεις από τους οφειλέτες του, να προτείνει πανούργες επιχειρηματολογίες στους δικηγόρους του, να επιβάλει εξαντλητικά λεπτομερειακές ρήτρες στους εκδότες του, να προπηλακίζει τους “αποστόλους” του, αν τους διαφύγει κάποιο απόκομμα του Τύπου ή ένα πρόγραμμα μαθημάτων που αναφέρει το όνομα του». Ελιτιστής και μισογύνης, δηλώνει πως οι γυναίκες μόνο ειρωνικά μπορούν να θεωρηθούν ως το “ωραίο” φύλο. “Όταν έγινα τριάντα χρονών”, εξομολογείται, “είχα πια εντελώς βαρεθεί να πρέπει να θεωρώ ισότιμα μου όντα που καθόλου ισότιμα δεν ήταν. Το γατί, όσο είναι μικρό, παίζει με χάρτινα μπαλάκια, γιατί νομίζει πως είναι ζωντανά και πως του μοιάζουν. Το ίδιο συνέβη και σε μένα με τα ανθρώπινα δίποδα”. Ξεκαθαρίζει σε ποιον δεν απευθύνεται το έργο του: “δεν έχω γράψει για τον όχλο... Παραδίδω το έργο μου στους σκεπτόμενους ανθρώπους που στην πορεία του χρόνου θα εμφανίζονται ως σπάνιες εξαιρέσεις. Αυτοί θα νιώθουν όπως ένιωσα εγώ, ή όπως νιώθει ένας καραβοτσακισμένος ναύτης σ' ένα ερημονήσι, που τον ανακουφίζει περισσότερο το ίχνος ενός ανθρώπου που βρέθηκε παλιότερα στην ίδια δυστυχία απ' όλους τους παπαγάλους και τους πιθήκους που βλέπει ζωντανούς πάνω στα δέντρα”. Ήταν αλαζόνας και σαρκαστικός, μονίμως σκυθρωπός και γκρινιάρης, αλλά περισσότερο προσηλωμένος στη ζωή από ότι θα περίμενε ο αναγνώστης από έναν υπέρμαχο της άρνησης της (ο ίδιος το δικαιολογούσε λέγοντας πως είναι διαφορετικό να δείχνεις τον δρόμο απ’ το να τον ακολουθείς!): ήταν εξωστρεφής, γούσταρε το ποτό, το τραγούδι, τις γυναίκες ενώ ζήλευε τον Χέγκελ και την εκτίμηση της οποίας εκείνος έχαιρε. Οι αφορισμοί του για την αξία της ζωής είναι, εντούτοις, αρκετά ζοφεροί: «αν μπορούσαμε να δούμε το μέλλον, υπάρχουν φορές που τα παιδιά θα έμοιαζαν με αθώους φυλακισμένους, καταδικασμένους όχι σε θάνατο αλλά στη ζωή, και προς το παρόν εντελώς ανίδεους για το τι σημαίνει η ποινή τους. Παρ' όλα αυτά οι άνθρωποι επιθυμούν να φτάσουν στη γεροντική ηλικία... μια φάση ζωής για την οποία μπορέι κανείς να πει “σήμερα είναι κακή, και κάθε μέρα θα γίνεται χειρότερη, ώσπου να έρθει το χείριστο όλων». Κι ακόμη: “κάθε ανάσα που παίρνουμε απωθεί τον θάνατο που συνεχώς μας πολιορκεί... Στο τέλος ο θάνατος πρέπει να θριαμβεύσει, γιατί ορίστηκε για μας από τη γέννηση μας και παίξει με το θύμα του μόνο για λίγο, πριν το καταβροχθίσει. Κι όμως, συνεχίζουμε με μεγάλο ενδιαφέρον και με πολλή φροντίδα τη ζωή μας για όσο μεγαλύτερο διάστημα γίνεται, όπως θα φτιάχναμε μια σαπουνόφουσκα, όσο μεγαλύτερη μπορούμε, παρά την απόλυτη βεβαιότητα μας πως στο τέλος θα σκάσει”. Η αναζήτηση μιας αμυδρής έστω ελπίδας από τον αναγνώστη καταλήγει στο τέλος σχεδόν διασκεδαστικά άκαρπη: “Η ευθυμία και ελαφράδα της νεότητας μας οφείλονται εν μέρει στο γεγονός ότι ανηφορίζουμε το βουνό της ζωής και δεν βλέπουμε τον θάνατο που βρίσκεται στη βάση της άλλης μεριάς”. Ζούσε μόνος και το 1857, όταν είχε αρχίσει να αποκτά δόξα, οι εφημερίδες της Φρανκφούρτης ανακοίνωσαν κατά λάθος τον θάνατο του, έπειτα από γκρέμισμα του κατά τη διάρκεια μιας από τις καθημερινές του βόλτες. «Τελικά εγκαταστάθηκε στη Φρανκφούρτη», γράφει στην ιστορία του ο Ράσελ, «όπου περνούσε ζωή γεροντοπαλλήκαρου [sic]. Είχε μια σγουρότριχη σκυλίτσα που την φώναζε Άτμα (παγκόσμια ψυχή), περπατούσε δυο ώρες κάθε μέρα, κάπνιζε ένα μακρύ τσιμπούκι, διάβαζε τους Times του Λονδίνου και χρησιμοποιούσε ανταποκριτές για ν’ ανιχνεύουν ενδείξεις της φήμης του. Ήταν αντιδημοκρατικός και μισούσε την επανάσταση του 1848· πίστευε στον πνευματισμό και στη μαγεία· στο σπουδαστήριο του είχε μια προτομή του Καντ και έναν μπρούντζινο Βούδδα. Στον τρόπο της ζωής του προσπαθούσε να μιμηθεί τον Καντ, εκτός από το πρωινό σήκωμα απ’ το κρεββάτι». Άλλο ένα παράδειγμα είναι ενδεικτικό· «κάποτε, σε μια φιλονικία του με μια γριά, στάθηκε η αιτία ώστε αυτή να πάθει ένα σοβαρό ατύχημα, που την κατέστησε ανάπηρη. Το δικαστήριο τον καταδίκασε να της καταβάλει εφ’ όρου ζωής ένα επίδομα. Ατυχώς, γι’ αυτόν, η γριά έζησε αρκετά -είκοσι- ακόμη χρόνια. Όταν, τελικά, πέθανε, η ανακούφιση του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δεν παρέλειψε να γράψει στο βιβλίο που κρατούσε τους λογαριασμούς του ‘η γριά πέθανε, το βάρος έφυγε’»1
      Η βασική διάκριση της καντιανής επιστημολογίας αγκαλιάζεται αυτούσια από τον Σοπενχάουερ που, ωστόσο, θέτει την προβληματική για το πράγμα καθεαυτό. Το γνωστικό αντικείμενο δεν νοείται, ως τέτοιο, ανεξάρτητα από το υποκείμενο και άρα μπορούμε να το γνωρίσουμε μόνο ως παράσταση (Vorstellung), δηλαδή ως το καντιανό φαινόμενο. Μπορούμε όμως να παραβλέψουμε αυτή την κουρτίνα και να φτάσουμε στο πράγμα όπως είναι (πλατωνική επιρροή αναμφίβολα) με το να παρατηρούμε τον εαυτό μας: πέρα από το φαινόμενο υπό τις κατηγορίες της αιτιότητας και του χώρου και χρόνου, αυτό που αποτελεί την «ουσία» μας είναι η βούληση, κάτι σαν ένστικτο αυτοσυντήρησης, ζωτική ορμή, «πρακτικός λόγος» και λίμπιντο μαζί. Όπως γράφει, “ένας δρόμος από μέσα βρίσκεται ανοιχτός για μας, ένας δρόμος προς την πραγματική εσωτερική φύση των πραγμάτων, στην οποία δεν μπορούμε να διεισδύσουμε από έξω. Είναι, τρόπον τινά, μία υπόγεια διάβαση, μία μυστική συμμαχία που, λες και με προδοτικό μέσο, μας τοποθετεί αμέσως στι φρούριο που δεν μπορούμε να κυριεύσουμε από έξω”. Η άμεση μη-εννοιολογική αυτεπίγνωση μας παρουσιάζει την βούληση μόνο ως φαινόμενο, εφόσον η εσωτερική εμπειρία υπόκειται στο χρόνο, αλλά με κάποιον τρόπο είμαστε σε θέση να τη συλλάβουμε και στην πραγματική της μορφή, ως τυφλή, ασύνειδη και αιώνια κινητήρια δύναμη. Αυτή η δύναμη εξατομικεύεται στην ύπαρξη κάθε όντος σε μια αδιάκοπη προσπάθεια να εμφανιστεί στον εαυτό της ως Ιδέα – στον άνθρωπο ο φιλόσοφος διέκρινε ως κίνητρα της βούλησης τον εγωισμό, τη μοχθηρία και τη συμπάθεια. Στα διάφορα είδη η βούληση εμφανίζεται ως διάθεση για διαιώνιση του εαυτού της· η ατομική ύπαρξη, ωστόσο, ενδέχεται να λειτουργεί ως παρέκκλιση, αφού ο άνθρωπος είναι το μόνο ον που συνειδητοποιεί την ορμή αυτή, που εμφανίζεται στο αντίθετο της: η βούληση επιθυμεί το ξεπέρασμα της ατομικότητας και την επιστροφή της στην προαιώνια θάλασσα, επομένως η ατομική, και ειδικά η ανθρώπινη, είναι «το έγκλημα της ίδιας της ύπαρξης». Η επιθυμία συνιστά έλλειψη και ως εκτούτου οδύνη που παρατείνεται στο διηνεκές: «Κάθε επιθυμία γεννιέται από μια έλλειψη, από μια κατάσταση που δεν μας ικανοποιεί. Ως εκ τούτου, στον βαθμό που δεν ικανοποιείται, αποτελεί οδύνη. Όμως, καμία ικανοποίηση δεν διαρκεί: δεν είναι παρά σημείο αφετηρίας για μια νέα επιθυμία… Δεν υπάρχει ύστατο σημείο για την προσπάθεια, και συνεπώς δεν υπάρχει μέτρο, δεν υπάρχει τέλος στην οδύνη»…
      Η διάνοια, αν και υπόδουλη της βούλησης -της οποίας αποτελεί κατά κάποιο τρόπο έκφραση- διατηρεί το δικαίωμα της απάρνησης και μπορεί να επιδιώξει την (προσωρινή) λύτρωση μέσω της αισθητικής απόλαυσης της τέχνης (και ιδιαίτερα της μουσικής), της ασκητικής ενατένισης στα πρότυπα των εξ ανατολών μοναχών που εκμηδενίζουν την ατομικότητα στη νιρβάνα και, φυσικά, μέσω της αυτοκτονίας. Η τελευταία -την οποία ασφαλώς δεν επέλεξε- δε θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως τραγικό γεγονός αφού προέχει η προοπτική του όλου και της αιωνιότητας – ο Σοπενχάουερ είναι αρκετά σπινοζικός στο σημείο αυτό. Αφού η πορεία μου στον κόσμο είναι καταδικασμένη στην επιθυμία που μου προκαλεί συνεχώς πόνο (ομοιότητα με τις τέσσερις ευγενικές αλήθειες του βουδισμού) σε μια τραγωδία δίχως νόημα, αφού είμαι καταδικασμένος να τυραννιέμαι ως το τέλος, αφού η ζωή μου μοιάζει με ένα εκκρεμές που κατευθύνεται απαρέγκλιτα από την οδύνη στην πλήξη, μία είναι η λύση που διανοίγεται εμπρός μου: να σκοτωθώ. Όπως λέει ο Ροζέ-Πολ Ντρουά στη Συντροφιά των φιλοσόφων, «ο οίκτος επιβάλλεται ανάμεσα στους ζωντανούς ως εφήμερη αλληλεγγύη μέσα σε μια νύχτα δίχως τέλος. Τίποτε το κυνικό, λοιπόν, ούτε καν το εγωιστικό σε αυτή τη σκέψη που γδέρνει τη ζωή. Τίποτε, μονάχα η ύστατη διαπίστωση ότι αξίζει καλύτερα να μπει ένα τέλος».
      Έχει ειπωθεί για αυτόν ότι «η σημασία του ως φιλοσόφου έγκειται περισσότερο στην αδέσμευτη έρευνα και την αμφισβήτηση χωρίς περιστροφές, στη διάλυση των παραδοσιακών βεβαιοτήτων και των νέων αβεβαιοτήτων που αντιμετώπισε», καθώς και ότι «αν και ποτέ δεν υπήρξε στην πραγματικότητα σχολή φιλοσοφίας του, η επιρροή του την ιστορία της σκέψης ήταν μεγάλη και ποικιλόμορφη». «Γνωρίζουμε», γράφει ο Ντρουά, «τον κατάλογο όσων δέχτηκαν την επιρροή του, ανάμεσα στα 1880 και 1930. Εντυπωσιακός κατάλογος! “Παιδαγωγός” του Νίτσε, ο Σοπενχάουερ σημάδεψε λίγο-πολύ τους Κίρκεγκορντ, Φρόυντ, Γιουνγκ, Μπερξόν, Βιτγκενστάιν, Καμύ, Πόπερ… Επέδρασε επίσης σε πεζογράφους, δραματουργούς και μουσικούς, από τον Κάφκα έως τον Προυστ, από τον Χάμσουν έως τον Μπέκετ, από τον Μαν έως τον Τζόυς, από τον Στρίντμπεργκ έως τον Ντίρενματ, από τον Βάγκνερ έως τον Σένμπεργκ. Ο νεαρός Τσάρλι Τσάπλιν, στα παρασκήνια ενός λονδρέζικου θεάτρου, διάβαζε κι αυτός τον Κόσμο ως βούληση και ως παράσταση. Αρκεί να δει κανείς τον Σαρλό για να το ξέρει: πρόκειται για ένα σοπενχαουερικό ήρωα». Ο Σοπενχάουερ πράγματι επέδρασε καταλυτικά τη κουλτούρα της εποχής μας, μιας εποχής που γεννά μόνο έλλειψη νοήματος· πέραν του Νίτσε που τον διαδέχτηκε φιλοσοφικά και τον ξεπέρασε, στοχαστές τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους αναφέρονται σ’ αυτόν, όπως οι περισσότεροι μοντέρνοι συγγραφείς (ειδικά ο Τόμας Μαν), ο Βιτγκενστάιν, ο Χορκχάιμερ απ’ τη σχολή της Φρανκφούρτης κι ο επίσης αριστερών πεποιθήσεων Αλέξανδρος Δελμούζος, ίσως ο μεγαλύτερος παιδαγωγός που έβγαλε η Ελλάδα, ο οποίος είπε γι’ αυτόν ότι ήταν «ο μόνος πραγματικά μεγάλος φιλόσοφος που είπε σπουδαία πράγματα με κατανοητό τρόπο». Ο γνωστός λογοτέχνης Μπόρχες είπε ότι παρά την κλίση του για τη φιλοσοφία και την ενασχόληση του με αυτήν, δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να γράψει μια συστηματική πραγματεία μεταφυσικής όπου θα εξέφραζε τις απόψεις του, διότι αυτή ήδη υπήρχε και είχε γραφτεί από τον Σοπενχάουερ! Ενέπνευσε πολλές από τις κατοπινές κριτικές της αναπαράστασης και στη σύγχρονη εποχή ο στοχαστής που αναφέρεται περισσότερο σ' αυτόν είναι ο Κλεμάν Ροσσέ, κατεξοχήν “φιλόσοφος του πραγματικού”. Παρέμεινε -εν μέρει ως τις μέρες μας- ένας παρίας της πανεπιστημιακής φιλοσοφίας, πράγμα που δε θα πρέπει να μας εκπλήσσει αν λάβουμε υπόψη αφενός την γλαφυρότητα του ύφους που αρμόζει σε μυθιστοριογράφο κι αφετέρου την δηλωμένη προτίμηση του στην ιδέα των σκουληκιών να τρώνε το πτώμα του παρά των καθηγητών να αναλύουν το έργο του! (“Μπορώ ν' αντέξω τη σκέψη ότι σε λίγο καιρό σκουλήκια θα καταβροχθίζουν το σώμα μου, αλλά τρέμω στην ιδέα ότι καθηγητές φιλοσοφίας θα ροκανίζουν τη φιλοσοφία μου”). Είπαμε και πριν πως δεν γράφει για τη μάζα, αλλά μας καθιστα σαφή και την απέχθεια του για τους καθηγητίσκους, όπως γίνεται φανερό στο παρακάτω μήνυμα “προς τους λογίους και τους φιλοσόφους της Ευρώπης: για σας ένας φαφλατάς σαν τον Φίχτε είναι ισότιμος του Καντ, του μεγαλύτερου στοχαστή όλων των εποχών, κι ένας αδίστακτος τσαρλατάνος σαν τον Χέγκελ νομίζετε ότι κατέχει βαθιά σοφία. Συνεπώς δεν έγραψα για σας”.
1. Θεοδόσης Πελεγρίνης, Οι πέντε εποχές της φιλοσοφίας (σ. 347), Ελληνικά γράμματα, 1997.

Ο πόθος της Ουτοπίας


Συνεχιστής και ανανεωτής των σημαντικότερων επαναστατικών παραδόσεων θεωρείται από ορισμένους ο Τάκης Φωτόπουλος [1940- ] που ανέπτυξε αντιδικτατορική επαναστατική δράση στην Αγγλία κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών του σπουδών, χώρα στην οποία δίδαξε επί εικοσαετία οικονομικά μέχρι να αφιερωθεί στη συγγραφή βιβλίων και άρθρων και τη διεύθυνση του περιοδικού Κοινωνία και Φύση (μετέπειτα Δημοκρατία και Φύση και πλέον Διεθνές περιοδικό για την Περιεκτική Δημοκρατία) όπου συνεργάστηκε με στοχαστές όπως ο Πιέρ Μπουρντιέ, ο Κορνήλιος Καστοριάδης και ο Μάρεϊ Μπούκτσιν. Ως πηγές της σκέψης του έχει τους κλασσικούς μαρξιστές κι αναρχικούς συγγραφείς, τον Καρλ Πόλανυι [1886-1944] -Ούγγρο συγγραφέα του αριστουργηματικού δείγματος ιστορικής κοινωνιολογίας με τίτλο Ο μεγάλος μετασχηματισμός, 1944-, τον Καστοριάδη και τον Μπούκτσιν, στον οποίο για λίγο θα σταθώ. Ο Μάρεϊ Μπούκτσιν [1921-2006] είναι ίσως ο σπουδαιότερος ελευθεριακός θεωρητικός και ακτιβιστής του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα και εισηγητής του προτάγματος του κομουναλισμού ή κοινωνικής οικολογίας, που αποτελεί μια πρόταση οργάνωσης της κοινωνίας και της παραγωγής στα πρότυπα αγροτικών κομμουνιστικών κοινοτήτων. Στον πυρήνα της ανάλυσης του Μπούκτσιν βρίσκονται δυο φιλοσοφικές-πολιτικές παραδοχές: η πρώτη είναι ο διαλεκτικός νατουραλισμός του, που πρεσβεύει ότι η κοινωνική εξέλιξη αποτελεί -έστω και μη τελεολογική- προοδευτική τάση και συνιστά την «αυτοκατευθυνόμενη δραστηριότητα της Ιστορίας και του Πολιτισμού προς ολοένα μεγαλύτερη ορθολογικότητα, ελευθερία». Έτσι η πορεία προς το “βασίλειο της ελευθερίας” μοιάζει εγγεγραμμένη στη διπλή έλικα του γενετικού κώδικα της Ιστορίας (Χέγκελ;), αν και μπορεί να συναντήσει “τυχαία” εμπόδια και να καθυστερήσει. Η δεύτερη παραδοχή αναφέρεται στην αναγωγή των αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων στις εξουσιαστικές και ιεραρχικές σχέσεις που παράγονται και αναπαράγονται από τον καπιταλισμό. Η τεχνολογική έκρηξη έχει κατ' αυτόν δημιουργήσει τις υλικές προϋποθέσεις για την απελευθέρωση και τον ερχομό μιας κοινωνίας μετα-σπάνεως όπου καμία συζήτηση για την κατανομή των πόρων δε θα είναι απαραίτητη, παρά μονάχα η αντικατάσταση των ιεραρχικών καπιταλιστικών δομών από την πραγματική πολιτική δημοκρατία και την επικράτηση ηθικών σχέσεων στην οργάνωση της παραγωγής.
      Ο Φωτόπουλος προσπαθεί να συνθέσει τα παραδοσιακά χειραφετητικά προτάγματα (σοσιαλισμός, αναρχισμός) με τις ριζοσπαστικές τάσεις που υπάρχουν στα νέα κοινωνικά κινήματα για τη δημιουργία του σύγχρονου αντισυστημικού οράματος που θεωρεί πως έχει ανάγκη η εποχή μας. «Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο πλούτος και η οξύτητα των αναλύσεών του, που προδίδουν ένα μοναδικό χάρισμα: την ικανότητα να αναπαράγει μια γνήσια θεωρητική σκέψη με φιλοσοφικό βάθος και βαρύτητα σε ένα πλήθος ειδικών θεμάτων και καταστάσεων, χωρίς να χάνει ούτε μία στιγμή την επαφή με το συγκεκριμένο, την οξύτατη αίσθηση της πολιτικής περίστασης. Γενικά μιλώντας, η σκέψη του παρουσιάζει εμφανέστατες συγγένειες με αυτήν του Καστοριάδη όσον άφορα τη θεμελίωση του προτάγματος της αυτονομίας, είναι όμως πολύ πιο συγκεκριμένη και καλύπτει με πιο ειδικό τρόπο την οικονομική διάσταση των υπό διερεύνηση φαινομένων1». Απορρίπτοντας ως «κλειστή» την -έστω τροποποιημένη από τον Καστοριάδη- φροϋδική αντίληψη της ψυχής και τη συνακόλουθη ερμηνεία της κοινωνικοποίησης, ο Φωτόπουλος θεωρεί ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος περί ψυχής άνευ των δεδομένων κοινωνικών και λοιπών συνθηκών. Επίσης επεκτείνει την καστοριαδική έννοια των φαντασιακών κοινωνικών σημασιών εισάγοντας τον ευρύτερου περιεχομένου όρο κοινωνικό παράδειγμα, το οποίο ορίζεται ως «το σύστημα των πεποιθήσεων, ιδεών και των αντίστοιχων αξιών, που είναι κυρίαρχες (ή τείνουν να γίνουν κυρίαρχες) σε μια συγκεκριμένη κοινωνία σε μια συγκεκριμένη στιγμή στην ιστορία της, δεδομένης της μεγάλης συμβατότητας τους με τους υπάρχοντες πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς θεσμούς». Έτσι το κοινωνικό παράδειγμα είναι πλησιέστερο στη μαρξιστική έννοια της κυρίαρχης ιδεολογίας και φιλοδοξεί να θεραπεύσει την -εκλαμβανόμενη από τον Φωτόπουλο ως- αδυναμία της έννοιας του φαντασιακού να εντάξει στους κόλπους των κοινωνικών σημασιών τις υπαρκτές ταξικές διαφοροποιήσεις.
      Η σημερινή κοινωνία, κατά την ανάλυση του, αντιμετωπίζει μία πολυδιάστατη κρίση -πολιτική, οικονομική, οικολογική, πολιτιστική- που οφείλεται στην ύπαρξη -σε όλα τα επίπεδα και περισσότερο ή λιγότερο- εξουσιαστικών και ιεραρχικών δομών, που οδηγούν στην άνιση συγκέντρωση δύναμης και διαρκώς διογκώνονται στο σύγχρονο διεθνές πλαίσιο της «νεοφιλελεύθερης συναίνεσης». Περιοδολογεί την νεοτερικότητα επί τη βάσει της ανάδυσης της “οικονομίας της αγοράς” -όρος που προτιμά αντί του “καπιταλισμού”- και των εξελίξεων της σε “φιλελεύθερη” (τέλη δεκάτου ογδόου αιώνα – 1930 περίπου), “κρατικίστικη” (1945-1975) και “νεοφιλελεύθερη” (1975 και εξής) φάση. Η εποχή μας σήμανε την οριστική, διπλή χρεοκοπία της παραδοσιακής αριστεράς -λόγω αφενός της μονομερούς έμφασης στους οικονομικούς παράγοντες (μεθοδολογική) και αφετέρου της ικανοποίησης των βασικών οικονομικών αιτημάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας (πολιτική)- στις δυο ιστορικές εκδοχές της (μαρξισμός-λενινισμός και κεϋνσιανής έμπνευσης σοσιαλδημοκρατία). Η αριστερά βυθίζεται καθώς είναι προσδεδεμένη στο άρμα της εργατικής τάξης που ενσωματώθηκε χάρη στις σημαντικές παραχωρήσεις και κατακτήσεις που έλαβαν χώρα, αδυνατώντας να παρακολουθήσει τις εξελίξεις και να συνδιαλλαγεί με τα αναδυόμενα επαναστατικά υποκείμενα των νέων κοινωνικών κινημάτων (γυναικείο, οικολογικό, αυτοδιαχειριστικό κλπ).
      Ως ίσως μόνη λύση στην δομική αυτή κρίση προτείνεται η περιεκτική δημοκρατία (που συνεπώς δεν νοείται ως ουτοπία, με την αρνητική τουλάχιστον σημασία του όρου· σε συνθήκες απελευθερωμένων αγορών και διεθνούς κυκλοφορίας του κεφαλαίου τέτοια είναι μάλλον η απαίτηση για μια επιστροφή σε έναν εθνικό ή παγκόσμιο κεϋνσιανισμό), δηλαδή δημοκρατία (που σημαίνει ισοκατανομή εξουσίας) σε όλα τα επίπεδα. Η επαναστατική βία δεν είναι απαραίτητη (μονάχα ως άμυνα στην ενδεχόμενη βία των ελίτ), αλλά μέσω της παιδείας μπορεί να λάβει χώρα η ριζοσπαστική συνειδητοποίηση των πολιτών και να δρομολογηθεί η νέα κοινωνική οργάνωση, που προτείνεται από τον εισηγητή της μέσα από συμμαχίες που θα εκφράζονται στα ψηφοδέλτια των δημοτικών εκλογών, μιας και ο κοινοβουλευτισμός αποτελεί, κατά την ανάλυση του, το απαραίτητο πολιτικό συμπλήρωμα-δεκανίκι της οικονομίας της αγοράς που ελέγχεται στις σημερινές συνθήκες από την καπιταλιστική υπερεθνική ελίτ, η οποία “αντλεί την εξουσία της (οικονομική, πολιτική ή γενικά κοινωνική εξουσία) με βάση τη λειτουργία της στο υπερεθνικό επίπεδο ―γεγονός που συνεπάγεται ότι δεν εκφράζει αποκλειστικά ή ακόμη και κατ’ αρχήν τα συμφέροντα κάποιου συγκεκριμένου έθνους-κράτους. Η υπερεθνική ελίτ αποτελείται από την υπερεθνική οικονομική ελίτ (πολυεθνικές επιχειρήσεις, στελέχη επιχειρήσεων και τοπικές θυγατρικές τους), την υπερεθνική πολιτική ελίτ, δηλαδή τους γραφειοκράτες και τους πολιτικούς που στηρίζουν τη παγκοσμιοποίηση και μπορεί να ανήκουν είτε σε σημαντικούς διεθνείς οργανισμούς είτε στις κρατικές μηχανές των βασικών οικονομιών της αγοράς, και την υπερεθνική επαγγελματική ελίτ, τα μέλη της οποίας διαδραματίζουν μείζονα ρόλο στα διάφορα διεθνή ιδρύματα, think tanks, ερευνητικά τμήματα των μεγαλύτερων διεθνών πανεπιστημίων, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ) κ.λπ.”. Στόχοι του νέου χειραφετητικού προτάγματος δεν μπορεί παρά να είναι η «δημοτικοποίηση» των μέσων παραγωγής και ο κοινωνικός έλεγχος επάνω τους, η άμεση δημοκρατία άνευ εκπροσώπων στο πλαίσιο της δημοτικής συνέλευσης -και μέσω εκλεγμένων κι ανά πάσα στιγμή ανακλητών σε εκείνο της συνομοσποδιακής- και η συνακόλουθη οργάνωση σε συνομοσπονδιακό επίπεδο διεθνώς, ο συνδυασμός του δημοκρατικού σχεδιασμού με μια «τεχνητή» αγορά που θα επιλύσει τα προβλήματα του ελέγχου και της ισορροπημένης διανομής σε μια κοινωνία σπάνεως (και όχι σε κάποια μυθική κομμουνιστική κοινότητα υλικής αφθονίας όπου η λήψη οικονομικών αποφάσεων θα έχει γίνει αχρείαστη), η αρμονική επανενσωμάτωση της οικονομίας με την κοινωνία, την πολιτεία και τη φύση και φυσικά η δημοκρατική-αυτόνομη θέσμιση της κοινωνίας.
      Στο πρόσωπο του Φωτόπουλου συνυπάρχουν ο στιβαρός θεωρητικός, του οποίου καλύτερο σημείο νομίζω πως αποτελούν οι πολιτικο-οικονομικές αναλύσεις με άξονα τις διεθνείς σχέσεις, αναλύσεις που χαρακτηρίζονται από την διεισδυτικότητα τους και την εποπτεία του όλου που διατηρούν, και ο δογματικός ακτιβιστής που είναι πάντα έτοιμος να εμπλακεί σε παθιασμένες πολεμικές με όσους διαφωνούν με τις απόψεις του, ιδιαίτερα όταν αυτοί εμφορούνται από αριστερές πεποιθήσεις και προκρίνουν λιγότερο αντισυστημικά μονοπάτια. Φαίνεται πως εδώ ταιριάζει εν μέρει τουλάχιστον ό, τι ο Κούρτοβικ είχε γράψει με αφορμή τον Φώτη Τερζάκη για τους διανοουμένους της “αντισυστημικής ή αντιεξουσιαστικής αριστεράς” συλληβδην· «ενώ η κριτική που ασκούν στο σύστημα και στους ιδεολογικούς απολογητές του είναι πειστικότατη, ενώ αποκαλύπτουν λειτουργίες του, συχνά αντιφατικές, τις οποίες οι τελευταίοι αποκρύπτουν ή αδυνατούν να διακρίνουν, η διαλεκτική τους σταματά μπροστά στο «δια ταύτα». Αποκλείουν τη δυνατότητα της εκ των έσω διάβρωσης του συστήματος από δυνάμεις που το ίδιο παράγει (αυτό δηλαδή που γινόταν πάντοτε στην ιστορία των κοινωνικών καθεστώτων). Αντί γι΄ αυτήν οραματίζονται, στην εντελώς ειδική, υποτίθεται, περίπτωση του καπιταλισμού, αν όχι την άμεση ανατροπή του, τουλάχιστον την κρίσιμη αποσταθεροποίησή του, είτε με την «κινηματική δράση» περιθωριακών κοινωνικών ομάδων είτε με την αντίσταση κάποιων πολιτικών καθεστώτων στην αφομοίωσή τους από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση- παραβλέποντας ότι η όποια ανατρεπτική λειτουργία τέτοιων καθεστώτων τείνει προς μια αλλαγή τελείως διαφορετική από την επιθυμητή γι΄ αυτούς (και για μένα). ΄Ετσι όμως η πολιτική αφήνεται στα χέρια των διαχειριστών του συστήματος ή όσων το αντιμάχονται από πρωτόγονες, πραγματικά σκοταδιστικές θέσεις».
1. Από την κριτική του Φώτη Τερζάκη στο βιβλίο του Η νέα διεθνής τάξη και η Ελλάδα στην “Καθημερινή” της 27ης Ιανουαρίου του 1998. Βλέπε και εκείνη του βιβλίου Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία στην “Ελευθεροτυπία” της 19ης Ιουλίου του 2002.