Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Η «σχιζοφρένεια των αγορών» ως άλλοθι


Ημερομηνία δημοσίευσης: 18/04/2012
Αναδημοσίευση από: "Συναντήσεις" της Αυγής και Red Notebook.

TOY ΣΠΥΡΟΥ ΛΑΠΑΤΣΙΩΡΑ*


Ο κ. Blanchard, επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, διαπιστώνει στην τελευταία έκθεση του ΔΝΤ για την παγκόσμια οικονομία ότι «οι αγορές εμφανίζονται σαν σχιζοφρενικές. Ζητούν δημοσιονομική εξυγίανση, αλλά αντιδρούν αρνητικά όταν η δημοσιονομική εξυγίανση (λιτότητα) επηρεάζει τους ρυθμούς ανάπτυξης».

Στην προηγούμενη πρόταση, μέσω του «αλλά», συνδέονται δύο ορθές προτάσεις. Δύο προτάσεις όμως που αφορούν διαφορετικά επίπεδα ανάλυσης της λειτουργίας των αγορών. Η αίσθηση του αντιφατικού («σχιζοφρενικού», όπως λέει ο κ. Blanchard) αναβλύζει ακριβώς επειδή αφαιρούνται αυτά τα διαφορετικά επίπεδα ανάλυσης για να συνδεθούν διαζευκτικά οι δύο προτάσεις.

Για την ορθότητα της πρώτης πρότασης. Το νεοφιλελεύθερο σύστημα χρηματοδότησης των οικονομιών, μέσω αγορών ομολόγων και χρήματος, αποτελεί έναν μηχανισμό επιβολής της νεοφιλελεύθερης πειθαρχίας. Οι αγορές, όντως, απαιτούν δημοσιονομικά μεγέθη τα οποία συμβιβάζονται με κατάλληλη σχέση δημοσίων δαπανών και εσόδων συμβατή με τη στρατηγική κατεύθυνση περιορισμού του «κοινωνικού κράτους». Πρόκειται για μία στρατηγική τάση.

Για την ορθότητα της δεύτερη πρότασης. Το βασικό στοιχείο λειτουργίας τους είναι η εξερεύνηση της σχέσης απόδοσης και κινδύνου απωλειών που έχει ο οποιοσδήποτε τίτλος που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε αυτές. Όταν μία επιχείρηση ή ένα κράτος οδηγείται σε αυξημένες χρηματοδοτικές ανάγκες με περιορισμό της ικανότητάς του να «παράγει» έσοδα, γίνεται πιο αφερέγγυο, ο κίνδυνος αυξάνεται και οι δυσκολίες στην ομαλή χρηματοδότηση των υποχρεώσεών του εμφανίζονται. Οι αγορές στην Ευρώπη λειτουργούν εύλογα και αναμενόμενα. Αμύνονται απέναντι σε πολιτικές οι οποίες υπόσχονται απώλειες. Η περίπτωση της Ελλάδας ενισχύει την πεποίθηση ότι οι διαγραφές χρεών αποτελούν βασική προϋπόθεση της ευρωπαϊκής πολιτικής και επομένως αποσύρονται από τη χρηματοδότηση.

Η περίπτωση της Ισπανίας είναι χαρακτηριστική. Οι αγορές φοβούνται ότι το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης θα πετύχει και θα βυθίσει στην ύφεση την Ισπανία (και όχι μόνο), με συνέπεια τον γνωστό κύκλο λιτότητα - ύφεση - απομόχλευση - αύξηση ελλειμμάτων. Η ευρωπαϊκή πολιτική αρνείται να «λύσει» το πρόβλημα οργάνωσης της ομαλής χρηματοδότησης των κρατών που τέθηκε σε ημερήσια διάταξη μετά την κρίση του 2008, παραδείγματος χάριν μέσω ευρωομολόγου ή μέσω μορφών διακρατικά αλληλέγγυας δημοσιονομικής πολιτικής.

Επομένως η προσφυγή της Ισπανίας σε κάποια μορφή των διαθέσιμων μηχανισμών στήριξης οδηγεί τις αγορές σε αύξηση των επιτοκίων για ισπανικό χρέος και περιορισμένη διαθεσιμότητα αγοράς του, δηλαδή σε αύξηση του ασφάλιστρου κινδύνου απέναντι στις απώλειες - έχοντας ως δεδομένο ότι οι συμβατές με αυτό τον μηχανισμό πολιτικές θα επιτείνουν τις ανάγκες χρηματοδότησης του τραπεζικού και του δημόσιου τομέα, θα επιτείνουν τις κοινωνικές συγκρούσεις και επομένως την πολιτική αβεβαιότητα.

Προφανώς αυτή η στάση δεν εκφράζει τίποτε άλλο πέραν της ορθολογικής άμυνας των αγορών, εκτιμώντας ορθά ότι βραχυπρόθεσμα οι τρέχουσες πολιτικές οργανώνουν ζημιές για τις αγορές ασχέτως των μακροπρόθεσμων στόχων που έχουν αυτές οι πολιτικές. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες αυτή την άμυνα την εμφανίζουν ως επίθεση των αγορών στις οικονομίες των κρατών - μελών. Επίσης απαντούν όχι στο πρόβλημα που θέτουν οι αγορές, αλλά στις απαιτήσεις του κοινωνικού πολέμου που διεξάγουν: αν η λιτότητα αποτυγχάνει να πείσει τις αγορές, τότε η μόνη λύση είναι περισσότερη λιτότητα, μέχρι να πειστούν. Η απαίτηση αξιοπιστίας δεν αφορά τις αγορές, αλλά την οργάνωση των αντιστάσεων των πολιτικών ελίτ απέναντι στα ζητήματα πολιτικής σταθερότητας που ανοίγονται, από την «άνοδο» των κοινωνικών συγκρούσεων.

Έχοντας αυτά υπόψη θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η άποψη περί σχιζοφρένειας των αγορών, που διατυπώνει ο κ. Blanchard, αποτελεί μία υπόδειξη, ένα άλλοθι, στους συλλογικούς κεφαλαιοκράτες, ειδικά της Ευρώπης. Θα πρέπει οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές να οργανώνουν την πειθάρχηση και την υποταγή του κόσμου της εργασίας, αλλά χωρίς να πλήττουν τις προοπτικές κερδοφορίας, το σύστημα χρηματοδότησης, μέσω πιστωτικής ασφυξίας, χρεωκοπιών και διαγραφής χρεών.

Πρόκειται για ένα ζήτημα ισορροπίας μεταξύ δύο στόχων που ενέχει σημαντικούς κινδύνους για την άμεση επιτυχία του ευρωπαϊκού σχεδίου κοινωνικού πολέμου. Για ένα αίτημα ισορροπίας το οποίο συντονίζεται όλο και περισσότερο με την κριτική που αρθρώνεται στην ευρωπαϊκή σκηνή για την τρέχουσα πολιτική, για την ανάγκη ευρωομόλογου, για την ανάγκη μέτρων ανάπτυξης εφόσον ακολουθούνται οι κανόνες δημοσιονομικής προσαρμογής.



* Ο Σπύρος Λαπατσιώρας διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης