Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Πιστεύουμε στο σοσιαλισμό;



του Χρήστου Λάσκου


Το ερώτημα του τίτλου κάθε άλλο παρά ρητορικό είναι. Πάει πολύς καιρός τώρα που οι «μαγαρισμένες» λέξεις αναφέρονται σε κείμενα και ντοκουμέντα χωρίς και να τις πολυεννοούμε πραγματικά. Ξαναρωτάω, λοιπόν, και εντός κειμένου: πιστεύουμε στο σοσιαλισμό;

Ο Φώτης Τερζάκης, σε μια πολύ παραγωγική συνέντευξή του [Δρόμος της Αριστεράς, 21.01.2012], που δόθηκε την περίοδο μεταξύ πλατειών και εκλογών και αξίζει να ξαναδιαβαστεί σήμερα, προσπάθησε να κάνει ένα ισοζύγιο όσων έχουμε και όσων μάς λείπουν, προκειμένου να αλλάξουμε τη ζοφερή κοινωνική μας μοίρα. Διαπίστωνε, λοιπόν, πως η πλειοψηφία των ανθρώπων επιθυμεί πράγματα ασύμβατα με την τωρινή φάση του καπιταλισμού, όπως όρους ζωής που να του εξασφαλίζουν ειρήνη και βιοτική ασφάλεια, δικαιότερη κατανομή του πλούτου κι έλεγχο πάνω στην ίδια τη ζωή του. Διαπίστωνε, επιπλέον, πως -μετά από αιώνες χειραφετητικών αναζητήσεων και θεωριών- διαθέτουμε και τη συστηματική σκέψη που μπορεί να αρθρώσει αυτά τα αιτήματα σε ένα σχέδιο ριζικής απελευθέρωσης. Και, παρόλ’ αυτά, δεν φαίνεται μια δυναμική ανατροπής σε ευρύτερο επίπεδο, μια διάθεση των ανθρώπων να εμπλακούν στην αλλαγή του κόσμου. Ως εάν, για να θυμηθώ τον Σπινόζα, «αγαπούν τη σκλαβιά τους σαν να πρόκειται για την ελευθερία τους».


Αποκαρδίωση και απελπισία

Με τα λόγια του ίδιου του Τερζάκη, «έχουμε από τη μία πλευρά επιθυμίες, από την άλλη πλευρά τα θεωρητικά όπλα που τους αντιστοιχούν, υπάρχει όμως κάτι που εμποδίζει την αποφασισμένη ανάληψή τους και τη μετουσίωσή τους σε μορφές δράσης». Τι είναι αυτό; Κατά τη γνώμη του, «η φοβερή αποκαρδίωση των ανθρώπων, η αδυναμία τους να πιστέψουν πως μια απελευθέρωση είναι εφικτή». Νομίζω πως έχει δίκιο.

Και το σημαντικότερο είναι πως η απελπισία των ανθρώπων σήμερα ενσωματώνει, πέρα από τις προφανείς συγχρονικές αιτίες, και ένα ιστορικό στοιχείο καίριας σημασίας. Τη γνώση πως ένας ολόκληρος αιώνας χειραφετητικών προσπαθειών, μεγαλειωδών απελευθερωτικών εγχειρημάτων έκλεισε όπως έκλεισε. Με τη συντριπτική ήττα όλων των επαναστατικών κινημάτων, με την επαναπροσχώρηση στον καπιταλισμό όλων των εθνικών «κομμουνισμών».

Αυτό που από το 19ο και τις αρχές του 20ου αι. διακηρύχθηκε ως η κίνηση που οδηγεί την ανθρωπότητα σε μια αταξική κοινωνική θέσμιση, σε μια κοινωνία όπου ο καθένας και η καθεμιά προσφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του και στον καθένα και την καθεμιά προσφέρεται, ό,τι αντιστοιχεί στις ανάγκες της κατέληξε πολύ άσχημα. Τόσο που έκανε για παράδειγμα τον υπεράνω υποψίας Τέρι Ήγκλετον, κάποια στιγμή εκεί λίγο μετά το ’89, να αναρωτηθεί: κι αν «η ήττα σήμερα δεν είναι του είδους εκείνου, με το οποίο η πολιτική αριστερά είναι καταθλιπτικά εξοικειωμένη, αλλά μια συντριβή τόσο οριστική, που δείχνει να απαξιώνει τα ίδια τα θεωρητικά παραδείγματα, με τα οποία αυτή η πολιτική παραδοσιακά δούλευε;».

Αυτό είναι που, μεταξύ άλλων, εξηγεί την αποκαρδίωση και την εκτεταμένη απελπισία. Και κάνει επιτακτική την ανάγκη η οργανωμένη Αριστερά να αλλάξει άρδην την συνθήκη αυτή επί ποινή επικράτησης της πιο ακραίας βαρβαρότητας, που μπορούμε να φανταστούμε. Νομίζω, πως δεν το επιδιώκει όσο θα έπρεπε.


Με ποιο στρατηγικό πλαίσιο;

Θα προσπαθήσω τώρα να συνδέσω τις προηγούμενες παρατηρήσεις με τη σημερινή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκινώντας από τα άμεσα, θεωρώ πως, αν εξαιρέσουμε το γεγονός πως συχνά κάνουμε αρκετά ώστε να μη γίνουμε τελικά κυβέρνηση και, κυρίως, φροντίζουμε εργωδώς, με πρωτοπόρους κάποιους από τις μερικές δεκάδες αυτεπαγγέλτως ορισμένους να διαδίδουν το δημόσιο λόγο του κόμματος, να σπέρνουμε τη σύγχυση ακόμη και στα ίδια τα μέλη μας, κατά τ’ άλλα πάμε καλά.

Θέλω να πω, δεν με φοβίζει το γεγονός πως η προγραμματική μας πρόταση έχει έντονα στοιχεία, που την κάνουν να μοιάζει με κεϋνσιανές αντίστοιχες. Ο λόγος είναι πως αυτή η προγραμματική πρόταση, αρθρωμένη γύρω από τη θεμελιώδη διατύπωση «να πληρώσουν την κρίση οι πλούσιοι και το κεφάλαιο», φθάνει και περισσεύει, στις σημερινές συνθήκες, για την εκκίνηση μιας συγκρουσιακής διαδικασίας, η οποία είναι αναγκαία για να προχωρήσουμε.

Το πρόγραμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς σήμερα, αν το δούμε με τυπικό τρόπο, ακόμη και στις αριστερότερες εκδοχές του είναι «δεξιό», σε σχέση με τα προγράμματα με τα οποία η Αριστερά διεκδίκησε και βρέθηκε στην κυβέρνηση στα τέλη του ’70 αρχές του ’80. Πραγματικά, όπως είχαμε την ευκαιρία να συνομολογήσουμε και με συντρόφους της ευρωπαϊκής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς το Μάρτιο, στη Διεθνή Συνάντηση της Αθήνας, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, του Μετώπου της Αριστεράς, αλλά και του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος της Γαλλίας ακόμα, είναι λιγότερο «ριζοσπαστικά» από εκείνα της γαλλικής Ενωμένης Αριστεράς ή της βρετανικής Εναλλακτικής Οικονομικής Στρατηγικής της δεκαετίας του ’70. Ισχυρίζομαι πως αυτό έχει ελάχιστη σημασία.

Εκείνο που έχει μεγάλη σημασία, αντίθετα, είναι το ευρύτερο στρατηγικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τα σύγχρονα προγράμματα εντάσσονται. Και, από αυτήν την άποψη, το ερώτημα για το σοσιαλισμό αποκτά κεντρικό χαρακτήρα.

Από τη μία, ο καπιταλισμός εξελίσσεται σε ύβρι πλανητικών διαστάσεων, καταπίνοντας ανθρώπους και φύση, εκτοξεύοντας τις ανισότητες σε επίπεδα συγκρίσιμα μόνο με αυτά της δουλοκτητικής Ρώμης, θέτοντας σε επερώτηση το ίδιο το μέλλον της ανθρωπότητας. Από την άλλη, αν κάτι απέδειξε με αναμφισβήτητο τρόπο η ιστορία του καπιταλισμού, είναι πως δεδομένου ότι καμιά κατάκτηση, καμιά βελτίωση της κατάστασης της κοινωνικής πλειοψηφίας, από αυτές που με μακροχρόνιους και αιματηρούς αγώνες πέτυχαν οι εκμεταλλευόμενοι και καταπιεσμένοι, δεν είναι ασφαλής, η συνέχιση επί μακρόν της καπιταλιστικής κυριαρχίας δεν μπορεί παρά να αποβεί μοιραία.

Η σημερινή κρίση δείχνει πόσο δίκιο είχαν πάντοτε οι επαναστατικές τάσεις έναντι των ρεφορμιστικών, όταν ήταν καχύποπτες ως προς τη διατηρησιμότητα ακόμη και των στοιχειωδέστερων κατακτήσεων στην εκπαίδευση, την υγεία, την ασφάλιση απέναντι στην ανεργία και τα γηρατειά, όλων αυτών των οποίων η εκθεμελίωση εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Και είναι από αυτήν την άποψη που το αίτημα της ανατροπής του καπιταλισμού, το αίτημα του ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού, του σοσιαλισμού, εν τέλει, αποκτά επιτακτικότατη επικαιρότητα.

Να το ξαναπώ: δεν με απασχολεί το γεγονός πως το άμεσο πρόγραμμά μας μοιάζει μετριοπαθές και κεϋνσιανό –μπορώ να δείξω πως δεν είναι κεϋνσιανό, αλλά δεν έχει μεγάλη σημασία.


Εφικτό σχέδιο ο σοσιαλισμός

Το πρόβλημα είναι πως για αρκετούς συντρόφους, όχι τους λιγότερο μαχητικούς ή αποφασισμένους, η νεοκεϋνσιανή τους κλίση οφείλεται, νομίζω, και στο γεγονός πως δεν τους φαίνεται εφικτό σχέδιο ο σοσιαλισμός. Έχουν με μια έννοια προσχωρήσει στην ιδέα πως είναι ευκολότερο κάποιος να φανταστεί το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού. Και είναι λάθος ιδέα. Ο σοσιαλισμός είναι εφικτός και γίνεται όλο και ρεαλιστικότερος στο μέτρο που ο καπιταλισμός γίνεται όλο και περισσότερο αγριανθρωπικός και αναποτελεσματικός ταυτόχρονα. Γι’ αυτό, κιόλας, τα σημεία του προγράμματος που αναφέρονται στην κοινωνική οικονομία και την αυτοδιαχείριση, στις αλληλέγγυες πρακτικές και στα νέα καταναλωτικά και παραγωγικά πρότυπα δεν είναι συμπληρωματικά, αλλά τα πρώτα σε σημασία. Γι’ αυτό, ακόμη, είναι καλύτερα, νομίζω, να μιλάμε για παραγωγικό μετασχηματισμό αντί για ανασυγκρότηση: για να δηλώσουμε πως αυτό που έρχεται πρώτο είναι η αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων και όχι οποιαδήποτε τεχνική μεταβολή. Και, έτσι, πως ο σοσιαλισμός είναι το θέμα μας ήδη εξ υπαρχής.

Πρέπει να πιστεύουμε στο σοσιαλισμό. Χωρίς μια τέτοια «πίστη» δεν θα γίνει δυνατή ούτε η αποτροπή της κοινωνικής καταστροφής. Θέλω να πω, δεν μπορούμε να αυτοπεριοριστούμε. Ακόμη κι αν το επιλέγαμε, δεν θα μας άφηναν. Είναι τέτοια η τροπή των πραγμάτων, ιδίως μετά από το 2008, που η παραμικρή αντίσταση αποκτά στρατηγικές διαστάσεις.

Η ανοιχτή συζήτηση σε όλο το κόμμα -και στην κοινωνία ευρύτερα- για τις πραγματικές εναλλακτικές, η προβολή της αξιακής μας υπεροχής έναντι των φανατικών ιδιωτών και της αγοραίας σκέψης, η αυτοπεποίθηση πως οι συστηματικά και δημοκρατικά σχεδιασμένες επιλογές υπερέχουν κατά πολύ των αντίστοιχων αγοραίων, η ανάδειξη, δηλαδή, εκ νέου και με δύναμη, των «ζητημάτων του σοσιαλισμού», δίνει στο σχέδιο και την πρακτική μας εκείνο το στρατηγικό βάθος, χωρίς το οποίο τίποτε δεν μπορεί να επιτευχθεί.

Από την ίδια αυτή η εφημερίδα, ο Κώστας Δουζίνας πριν από αρκετό καιρό υποστήριζε πως «Η αριστερά πρέπει να ξεκαθαρίσει τη θέση της για το σοσιαλισμό […] Προσωπικά, αλλά και οι περισσότεροι από μας δεν έχουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, δεν μπορούμε να περιγράψουμε λεπτομερώς πώς μπορεί να είναι ο σοσιαλισμός». Παρόλ’ αυτά, πρέπει να μιλάμε για το σοσιαλισμό. Χωρίς να προτείνουμε συνταγές για τα μαγειρεία του μέλλοντος, αλλά αλλάζοντας τον κόσμο τώρα. Γιατί, όπως ήδη έχει ειπωθεί, ή θα τελειώσουμε με τον καπιταλισμό ή, αλλιώς, ίσως θα τελειώσουμε απλώς.

----------------------
ΥΓ: Μια καλή δυνατότητα για τη συζήτηση δίνει η έκδοση του RedNotebook "Το Διαρκές '17", εκδ. ΚΨΜ, 2012

Σχόλιο του ιστολογίου: το καλό με το ερωτηματικό του τίτλου είναι ότι επιτρέπει την... αρνητική απάντηση!

Πηγή Εποχή