Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2025

Η σκοτεινή όψη της Μεταπολίτευσης


του Γεράσιμου Μοσχονά*


Το 2024 η Ελλάδα έκλεισε μισόν αιώνα αδιάλειπτης δημοκρατικής λειτουργίας. Η επετειακή χρονιά έδωσε το έναυσμα για έναν μεγάλο απολογισμό. Δίκαια, διότι, έστω και ως άσκηση ελίτ, κάπως έπρεπε να μιλήσουμε με απόσταση για μια διαδρομή με πολλές επιτυχίες και βαριές διαψεύσεις. Με αυτές άλλωστε τις επιτυχίες και διαψεύσεις φτιάχτηκε το συλλογικό εμείς των 50 χρόνων δημοκρατικής ζωής.

Ευλόγως η συζήτηση εστιάστηκε στη δημοκρατία, στην ανθεκτικότητα, στις αδυναμίες της. Ευλόγως, επίσης, η (συγκρατημένη) αισιοδοξία έδωσε τον τόνο. Συχνά, ωστόσο, όχι όμως πάντα, το μείζον γεγονός της χρεοκοπίας αντιμετωπίστηκε σαν μια «σκιά» –και κακή μνήμη– στη μεγάλη θετική δημοκρατική εικόνα των 50 χρόνων.

Μπορεί όμως να υπάρξει κατανόηση της Μεταπολίτευσης χωρίς αυτό το τρομερό συμβάν; Οι χώρες χρεοκοπούν σπάνια. Και αργούν να ξαναβρούν, αν την βρουν κάποτε (η Αργεντινή δεν το κατάφερε ποτέ), τη θέση στην οικονομική ιεραρχία των εθνών που κατείχαν πριν από τη χρεοκοπία. Φοβάμαι ότι οι περιοδολογήσεις που κυρίως καταγράφουν θετικές και αρνητικές όψεις χάνουν, υποβαθμίζοντας «το μεγάλο γεγονός», το νόημα της ιστορικής κίνησης. Η ιστορική κίνηση δείχνει, για να χρησιμοποιήσω τη διατύπωση του Κέβιν Φέδερστoουν, ότι η Ελλάδα τελικά συνέκλινε με τα βαλκανικά μέλη της Ε.Ε., όχι με τις χώρες του κεντρικού πυρήνα της Ευρώπης. Αυτή η βαριά αποτυχία πώς εντάσσεται στη μεγάλη εικόνα της Μεταπολίτευσης;


Καραμανλής: Μετάβαση και δημοκρατική εδραίωση

1. Παρά το γεγονός ότι η αντιδικτατορική δράση ήταν πλειοψηφικά υπόθεση της Αριστεράς και Κεντροαριστεράς, παρά την κρίσιμη συμβολή του Πολυτεχνείου στην απονομιμοποίηση των συνταγματαρχών, η ελληνική μετάβαση έγινε «από τα πάνω» και φέρει το όνομα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Και ήταν αριστοτεχνική. Ο πλήρης πλουραλισμός, όπως αποτυπώθηκε στις πρώτες εκλογές που, όχι τυχαία, έγιναν τη 17η Νοεμβρίου 1974, το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου 1974, που επέλυσε «έντιμα και οριστικά» (Ευάνθης Χατζηβασιλείου) το πολιτειακό ζήτημα, και η σταδιακή επιστροφή του στρατού στους στρατώνες συνιστούν μείζονες τομές σε σύγκριση με την προδικτατορική «καχεκτική δημοκρατία». Ταυτόχρονα, η πλημμυρίδα δημοκρατίας από τα κάτω ωθούσε τους «επάνω» να μην κάνουν πίσω και προσέθετε πάθος και ορμή στη δημοκρατική δυναμική. Δεν έδωσε όμως αυτή τον τόνο και δεν καθόρισε την τελική έκβαση. Σε κάθε περίπτωση, η μεταπολίτευση της πρώτης φάσης δεν ήταν αλλαγή φρουράς, και μάλιστα «νατοϊκής φρουράς».

2. Συνολικά, η συμβολή του Κ. Καραμανλή υπήρξε εξόχως στρατηγική και για έναν άλλο λόγο: η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ (1η Ιανουαρίου 1981) ήταν κίνηση ενδυνάμωσης της γεωπολιτικής ασφάλειας και, ταυτόχρονα, κίνηση που θα προσδιόριζε, θετικά αλλά και αρνητικά, το καθεστώς οικονομικής πολιτικής των επόμενων δεκαετιών.


ΠΑΣΟΚ: Αρχιτέκτονας του οικονομικού – κοινωνικού προσανατολισμού

3. Το ΠΑΣΟΚ πήγε πιο μακριά από τη Ν.∆. στα θέματα δημοκρατίας. Κατέστησε τη δημοκρατία συμπεριληπτική και πιο δημοκρατική. Ωστόσο, κυρίως από μια άλλη σκοπιά, από τη σκοπιά των οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών, η συμβολή του υπήρξε κομβική. Το 1981 υπήρξε μια συναρπαστική στιγμή ακριβώς γιατί, ανάμεσα σε άλλους λόγους, εμπεριείχε τη δυνατότητα καθιέρωσης ενός άλλου οικονομικο-κοινωνικού παραδείγματος.

4. Αυτό έγινε εν μέρει. Η σημαντική επέκταση του κοινωνικού κράτους, η αύξηση των κοινωνικών δαπανών, η ισχυροποίηση του ρόλου των συνδικάτων, η ατζέντα κεϋνσιανής αναθέρμανσης της οικονομίας, συνδυασμένη με ελλειμματικούς προϋπολογισμούς (και ταχεία διολίσθηση της δραχμής), υπήρξαν συνιστώσες του νέου καθεστώτος οικονομικής – κοινωνικής πολιτικής.

5. Μη οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως οι αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο και ένας γενικότερος πολιτισμικός εκσυγχρονισμός (παρά τον αυριανισμό και τον λαϊκιστικό πολιτισμικό εθνικισμό του ΠΑΣΟΚ) συμπλήρωσαν τις στενά οικονομικές όψεις του νέου policy regime. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις, οι οποίες επεκτάθηκαν από μεταγενέστερες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, αργότερα από εκείνες του ΣΥΡΙΖΑ, εν μέρει και από τη Ν.Δ. (βλ. νόμος για τα ομόφυλα ζευγάρια), έγιναν τμήμα ενός νέου, σε μεγάλο βαθμό διακομματικού, mainstream. Ο πολιτισμικός εκσυγχρονισμός θα διαφοροποιήσει οριστικά την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης από τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμικό συντηρητισμό της προδικτατορικής περιόδου.

6. Το σύνολο των ανωτέρω έφερε τη χώρα πιο κοντά, αφενός, στον ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό συμβιβασμό και, αφετέρου, στην πολιτισμική modernity των δυτικών κοινωνιών.


Οι μεγάλες παθογένειες του νέου policy regime

7. Εν τούτοις, το νέο καθεστώς οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής είχε στο επίκεντρό του ισχυρά αρνητικά χαρακτηριστικά. Τέσσερα εξ αυτών ήταν τα πιο σημαντικά: η αναποτελεσματικότητα του κράτους, η συνειδητή ανοχή στη διαμόρφωση «φοροδοτικών ερήμων», η απόδοση προνομίων σε επιλεγμένες ομάδες, η έλλειψη στρατηγικής για τον αναπροσανατολισμό τoυ παραγωγικού μοντέλου. Και οι τέσσερις αυτές παθογένειες δεν υπήρξαν «στιγμιαίες». Αποδείχθηκαν μακράς διαρκείας. Και δεν αφορούσαν μόνο το ΠΑΣΟΚ. Oρισαν τη ταυτότητα του νέου καθεστώτος πολιτικής. Λειτούργησαν δε ως οι ατμομηχανές της μεταγενέστερης επέλασης προς την άβυσσο.

8. Οι αρνητικές όψεις του νέου policy regime παρέμειναν σε σημαντικό βαθμό ενεργές, ανεξαρτήτως οικονομικής φάσης. Βεβαίως, οι πελατειακές σχέσεις μειώθηκαν (και λόγω ΑΣΕΠ), η λειτουργία του κράτους βελτιώθηκε (ΚΕΠ, θεσμοποίηση ανεξάρτητων αρχών) και η διοικητική αποκέντρωση ενισχύθηκε. Ποτέ όμως δεν συγκροτήθηκε ένα κράτος ικανό να σχεδιάζει, να καινοτομεί και να υλοποιεί πολιτικές. Στην πορεία, τα προνόμια των ομάδων με επιρροή διευρύνθηκαν, η διαπλοκή έφυγε εκτός ελέγχου, η κατανομή των φορολογικών εσόδων παρέμεινε σκληρά άδικη και η εισφοροδιαφυγή υψηλή. Η δε δημοσιονομική πολιτική χαλάρωσε μετά το 2000, ενώ το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, λόγω και της συμμετοχής στην ΟΝΕ, διευρύνθηκε, οδηγώντας σε έκρηξη το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.

9. Οι αρνητικές όψεις του policy regime παρέμειναν ανεπηρέαστες από τις εναλλαγές των κομμάτων στην κυβέρνηση. Το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. υπήρξαν πρωταγωνιστές στο ίδιο έργο. Ειδικά, η θέση ότι το Μάαστριχτ «κατέστησε την επιστροφή στις μεθόδους της δεκαετίας του ’80 πρακτικώς αδύνατη» διαψεύστηκε πριν από όλα από τη Ν.Δ., το κόμμα που έβαλε την Ελλάδα στην Ευρώπη και είχε μια ιστορική παράδοση νοικοκυρεμένων προϋπολογισμών. Παρά την ακραία πόλωση, τα τότε δύο μεγάλα κόμματα συνέκλιναν, έστω εν μέρει, και στα «καλά» (κοινωνικό κράτος, πολιτισμικός εκσυγχρονισμός) και στα «κακά». Η χρεοκοπία είναι το προϊόν αυτής της δεύτερης σύγκλισης.

10. Ο μικρός ΣΥΡΙΖΑ του 3%-5%, επηρεασμένος από την παγκόσμια κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων ιδεών, οδηγήθηκε σε μια αμυντική στάση υπεράσπισης του κρατικού «κεκτημένου». Μη κατανοώντας ότι οι ανισότητες δεν είναι μόνο προϊόν της σύγκρουσης κεφαλαίου – εργασίας, αλλά, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, και των προνομιακών ή μη σχέσεων με το κράτος, λειτούργησε συχνά ως υπερασπιστής του κακο-οργανωμένου, μη αναπτυξιακού και κοινωνικά άδικου κράτους που είχαν κτίσει το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. Παραδόξως, κυρίως με τις παραλείψεις της, η ριζοσπαστική Αριστερά «κάλυψε» τη μεταφορά εισοδήματος από τη μισθωτή εργασία στον κόσμο του κεφαλαίου (μεγάλου και μικρού) και των ελευθέρων επαγγελματιών που υλοποιούσε ο ελληνικός φορολογικός μηχανισμός. Δεν είναι τυχαίο ότι η «πρώτη φορά Αριστερά» δεν άφησε θετικό αποτύπωμα στη μεταρρύθμιση των διοικητικών θεσμών της δημοκρατίας.

11. Σε αυτό το γενικό πλαίσιο, ο εκτροχιασμός των δημόσιων οικονομικών, η διαμόρφωση προνομιούχων και μη προνομιούχων ομάδων, η έλλειψη φροντίδας για την κλασική εργατική τάξη και τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, η αναλγησία για τους ανέργους (με τη συνυπογραφή των συνδικάτων), όπως και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, ήταν οι συνέπειες ενός policy regime που βρήκε στήριξη και από τα δύο τότε μεγάλα κόμματα. Συνέπεια των συνεπειών υπήρξε η χρεοκοπία.


Κατανοώντας τα κόμματα

12. Τα μεγάλα ελληνικά κόμματα τείνουν να είναι υπερπολυσυλλεκτικά. Η ιδεολογική και προγραμματική τους συγκρότηση είναι ρηχή, εμμονικά προσανατολισμένη στις εκλογικές επιδόσεις και στην επικράτηση επί του αντιπάλου. Αυτό οφείλεται και στην εκλογική βαρύτητα της πολυπληθούς μικροαστικής τάξης. Οφείλεται και στον πολωτικό εκλογικό νόμο. Η αντιδεξιά ιδεολογία του ΠΑΣΟΚ, την οποία υιοθέτησε και ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012, και η αντι-ΠΑΣΟΚ και, αργότερα, αντι-ΣΥΡΙΖΑ ιδεολογία της Ν.Δ. είναι αβαθείς ιδεολογικές συγκροτήσεις που φέρουν ίσως εκλογικές νίκες, αλλά συμβάλλουν στη μη επίλυση των δύσκολων προβλημάτων. Η μη αντιμετώπιση των αιτίων που έφεραν την κοινωνική καταστροφή της χρεοκοπίας οφείλεται στην απουσία ισχυρών ιδεολογιών, φιλελεύθερων, σοσιαλδημοκρατικών ή ριζοσπαστικών.

13. Με πελατειακές σχέσεις, με σεβασμό στον πιο καθυστερημένο ελληνικό μικροκαπιταλισμό, με διαπλοκή με το κρατικοδίαιτο κεφάλαιο, με τα φορολογικά βάρη στους μισθωτούς, με τον εκλογικό τακτικισμό σαν οδηγούς, δεν πας πουθενά. Ειδικά για την ευρεία Αριστερά, ένα από τα μεγάλα μαθήματα, ίσως το μέγιστο, της εμπειρίας των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ είναι το εξής: χωρίς αποτελεσματικό κράτος δεν μπορεί να υπάρξουν στη μακρά διάρκεια αποτελεσματικές πολιτικές αναδιανομής και κοινωνικής δικαιοσύνης. Ιδιαίτερα, όταν οι διάδρομοι για την άσκηση ισχυρών μεταρρυθμιστικών πολιτικών είναι λίγοι και μικροί και οι διεθνείς καταναγκασμοί πανίσχυροι.

14. Το 2022, η αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού στην Ελλάδα αντιπροσώπευε μόλις το 56,9% του μέσου μισθού στην ΕΖ-20. Το κύριο πρόβλημα της επόμενης δεκαετίας είναι η αύξηση του παραγόμενου πλούτου και η διανομή του. Το πώς όμως θα επιτελεστεί η ανάπτυξη είναι το πρόβλημα του προβλήματος. Οι σημερινές πολιτικές δυνάμεις, παρά τις βελτιώσεις, κινούνται, στους περισσότερους τομείς, σε διαδρομές κοντινές σε αυτές του παρελθόντος. Ως εάν τίποτε το δραματικό να μην έχει μεσολαβήσει.

15. Μια καταληκτική σκέψη. Το ευρωπαϊκό – εκσυγχρονιστικό ρεύμα μάλλον δεν έχει εμπιστοσύνη στην ελληνική κοινωνία ούτε στην άρχουσα τάξη της χώρας, παρότι το μεγαλύτερο τμήμα της τελευταίας προέρχεται από τις τάξεις του. Ο ευφυής Χρυσάφης Ιορδάνογλου το διατυπώνει (2020) διεισδυτικά: «Η εισαγωγή συνοχής και πειθαρχίας από το εξωτερικό ήταν, ίσως, η βαθύτερη ουσία της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ». Κυρίες και κύριοι, χρεοκοπήσαμε εντός της ΟΝΕ! Oταν δεν πιστεύεις στην άρχουσα τάξη της χώρας (μάλλον δίκαια), όταν δεν πιστεύεις στον εαυτό σου ως ελίτ (μάλλον δίκαια), τότε, αν αποτυγχάνεις εντός, θα αποτύχεις και εκτός. Και τότε ο ευρωπαϊσμός σου γίνεται τυφλός. Αυτό είναι ένα από τα πικρά μαθήματα των 50 χρόνων δημοκρατίας, της καλύτερης δημοκρατίας που είχαμε ποτέ.

--------------

* Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής Ανάλυσης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.


Πηγή Καθημερινή της Κυριακής, 29.12.2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου