Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

Ευρωπαϊσμός ή διεθνισμός; Διεθνισμός, βέβαια


του Χρήστου Λάσκου


Αφορμή για τις σκέψεις που καταγράφονται παρακάτω αποτέλεσε το άρθρο του Στάθη Κουβελάκη στην «Εποχή» της περασμένης Κυριακής. Εκεί, ο Κουβελάκης, απαντώντας σε προηγούμενο κείμενο του Τάκη Μαστρογιαννόπουλου, υποστηρίζει πως όσοι -ή, τουλάχιστον, πολλοί από όσους- προσέρχονται στη συζήτηση, που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της ελληνικής Αριστεράς σχετικά με την οικονομική κρίση, θέτοντας το δίλημμα «διεθνισμός ή εθνική περιχαράκωση», κατά μια έννοια υποπίπτουν σε λαθροχειρία, στο μέτρο που ό,τι παρουσιάζουν ως διεθνισμό είναι στην πραγματικότητα ένας εμμονικός, «ανανεωτικής» κοπής, ευρωπαϊσμός. Πρόκειται για καίριο ζήτημα και η διευκρίνισή του έχει μεγάλη σημασία: είναι τόσος ο κερματισμός μας και τόσο κρίσιμη πολιτικά η συνένωση του συνόλου των αριστερών δυνάμεων που καλό είναι να αποσαφηνιστεί τι, τουλάχιστον, θεωρεί πως λέει ένα μεγάλο τμήμα όσων, στο πλαίσιο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, τοποθετούμαστε στην «άλλη» από τον Στάθη Κουβελάκη όχθη σε ό,τι αφορά τα αιτούμενα της περιόδου. Μερικά διεκρινιστικά σχόλια μόνο, λοιπόν, τα οποία πιθανόν στο μέλλον θα απαιτήσουν περισσότερες διευκρινίσεις:

1. Είμαστε διεθνιστές και όχι ευρωπαϊστές. Οι περισσότεροι από τους τελευταίους, άλλωστε, ήδη έχουν επιλέξει το δρόμο τους από την περίοδο του τελευταίου συνεδρίου του ΣΥΝ. Ο λόγος που τοποθετούμαστε τόσο επίμονα σχετικά με αυτό το ζήτημα, είναι πως διαβλέπουμε ως μείζονα κίνδυνο μια αριστερή πολιτική που προτάσσει τα συμφέροντα της «χώρας» έναντι των εργατικών, ανεξαρτήτως προθέσεων. Η παράδοση της ελληνικής Αριστεράς, οι ήττες και η πολιτική της καχεξία, άλλωστε, έχουν καθοριστεί σε πολύ μεγαλύτερη έκταση από τον διαχρονικά κυρίαρχο στις τάξεις της εθνικοανεξαρτησιακό πατριωτισμό, παρά από τον οιονδήποτε ευρωπαϊσμό.

2. Προς επίρρωση, μάλιστα, είναι νομίζω προφανές, σε όποιον παρακολουθεί προσεκτικά τη σχετική συζήτηση την τελευταία περίοδο, πως η διεθνιστική κατανόηση της ιστορίας που χωρίς αμφιβολία χαρακτηρίζει τον Κουβελάκη επηρεάζει ελάχιστους από τους υποστηρικτές της άποψης περί «στάσης πληρωμών» κ.λπ. Το ίδιο ισχύει και σε ό,τι αφορά την αντίληψη περί της άρθρωσης του εθνικού με το διεθνές.

3. Δεν είναι τυχαίο, από αυτήν την άποψη, πως η μεγάλη πλειοψηφία των υποστηρικτών της «στάσης πληρωμών» θεωρεί ότι μείζων αιτία της σημερινής κρίσης είναι η έλλειψη ανταγωνιστικότητας του ελληνικού καπιταλισμού, η παραγωγική του ανικανότητα (άλλη διατύπωση του «η χώρα δεν παράγει τίποτε»), η «διαφθορά» και άλλα τέτοια. Όπως ακριβώς δεν είναι τυχαίο πως η «πρόταση εξόδου» αξονίζεται γύρω από μια ιδέα για «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας, με την οποία άμεσα συνδέεται η επιμονή για επιστροφή στη δραχμή.

4. Για τους παραπάνω λόγους, μεταξύ άλλων, στην τοποθέτηση αυτή, όσο κι αν αναζητήσεις, δεν θα βρεις καμιά σχεδόν αναφορά σε κάποια από τις μαρξιστικές ερμηνείες της κρίσης. Θα βρεις πολλά για χρέη, ελλείμματα, πιστωτές, δάνεια και (υπερβολική) κατανάλωση, ελάχιστα, όμως, για υπερσυσσώρευση, κερδοφορία και εκμετάλλευση. Είναι ως εάν η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση να ενέσκηψε και ως θρυαλλίδα να ενέπλεξε τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό στα επίχειρα των «ιδιομορφιών» του, τις οποίες εν πολλοίς πληρώνει. Γι’ αυτό και είναι τόσο συχνή, νομίζω, η αναφορά στην νεοπαοικιοκρατία και τη μπανανία.

5. Το γεγονός πως ήδη αυτή η τοποθέτηση έχει εκφραστεί και στην κατεύθυνση του νέου ΕΑΜ και της μεγάλης κοινωνικής συμμαχίας για την ανόρθωση της χώρας, κάνει τα πράγματα ακόμη πιο προβληματικά. Ενώ, δηλαδή, πράγματι οι παρούσες συνθήκες οδηγούν σε επιδείνωση της κατάστασης και τους μικρομεσαίους καπιταλιστές ή ελευθεροεπαγγελματίες, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πως ο στόχος της επίθεσης είναι η μισθωτή εργασία. Αν η ανεργία ή η μεγάλη μείωση των εργατικών εισοδημάτων φέρνει εξ επαγωγής προβλήματα και στους επιχειρηματίες, στο μέτρο που μειώνει π.χ. δραματικά τη ζήτηση για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους, αυτό δεν τους κάνει συμμάχους των εργαζομένων, τους οποίους εξίσου ή και περισσότερο από άλλους εκμεταλλεύονται στο δικό τους μικροεπίπεδο.

6. Είναι γνωστό πως ένας από τους κυριότερους λόγους για το δημοσιονομικό πρόβλημα είναι μια ταξικότατη φορολογική πολιτική, που απαλλάσσοντας –ή και υποβοηθώντας ανοιχτά τη φοροαποφυγή και φοροκλοπή- ευρύτατα κοινωνικά στρώματα διαμόρφωνε ταυτόχρονα την κοινωνική εκείνη συμμαχία που αποτέλεσε για δεκαετίες το βασικό υποστήριγμα του αστικού συνασπισμού εξουσίας. Δεν ευνοήθηκε από αυτά μόνο το περίφημο «μεγάλο κεφάλαιο», αλλά το κεφάλαιο συνολικά –και, ακόμη, στρώματα πέρα από το κεφάλαιο. Η εργατική τάξη δεν έχει κανένα ισοδύναμο όφελος να συνεισφέρει σε αυτά τα στρώματα, ώστε να τα κάνει συμμάχους της. Το πιθανότερο είναι να γίνει η ίδια ένα ισχυρά υποταγμένο υποκείμενο, εάν δεν υπάρξει μια πειστική αριστερή στρατηγική που πρώτο μέλημα έχει την εξυπηρέτηση των δικών της ταξικών συμφερόντων.

7. Γι’ αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία η ιεράρχηση των αιτημάτων που θέτουμε προγραμματικά. Η σαφώς ταξική -και καθόλου συνδικαλίζουσα- έγκληση, που θέτει ως πρώτο στόχο το «να πληρώσουν οι καπιταλιστές και τα στηρίγματά τους» μεταξύ άλλων και μέσα από μια ισχυρά προοδευτική φορολογική πολιτική, είναι λογικά πρότερη της ενασχόλησης με το χρέος και τη ριζική αναδιαπραγμάτευσή του, στο μέτρο που αποτελεί προϋπόθεση μιας εξέλιξης στα δημοσιονομικά με εργατικό πρόσημο. Χωρίς αυτό το άμεσα ταξικό περιεχόμενο, οποιαδήποτε «επίλυση» των ζητημάτων αυτών θα είναι συντριβή των κατώτερων τάξεων.

8. Η πρόταξη της διεθνούς διάστασης τόσο των προβλημάτων όσο και των λύσεων που πρέπει να επιδιώξει η Αριστερά, κάνει, νομίζω, πολύ αληθοφανέστερη την πρότασή της. Κάθε μέρα που περνάει, δίνει όλο και περισσότερα επιχειρήματα στην αριστερή θέση για την κοινότητα των συμφερόντων των εργαζομένων σε διεθνές επίπεδο. Η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Βρετανία, η Γαλλία, η ίδια η Γερμανία και οι ΗΠΑ, με τις «ιδιομορφίες» τους η καθεμιά υποδεικνύουν αυτήν την κοινότητα. Γι’ αυτό και τα αιτήματα για ενιαία δημοσιονομική πολιτική, που αντιμετωπίζει τις ασυμμετρίες σε επίπεδο Ευρώπης ή για δανεισμό από την ΕΚΤ με επιτόκιο 1% ή και λιγότερο μπορούν να ενοποιήσουν τους αγώνες σε ηπειρωτικό επίπεδο και να τους καταστήσουν αποτελεσματικούς. Είναι η μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαϊκών λαών που θα ωφεληθεί από τέτοιες ρυθμίσεις και είναι εύκολα αποδείξιμο κάτι τέτοιο. Αυτό είναι, άλλωστε, που τρέμουν οι περίφημες «αγορές» πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε αθέτηση πληρωμών σε εθνικό επίπεδο. Είναι εντυπωσιακό, λοιπόν, ότι καταμαρτυρείται στην άποψη αυτή παραπομπή στις ελληνικές καλένδες του «πανευρωπαϊκού συντονισμού».

* * *

Ξέρω πως ο Στ. Κουβελάκης, όταν προτείνει όσα προτείνει, δεν έχει στο μυαλό του κάποια πορεία προς την «ανόρθωση της χώρας» και την «παραγωγική της ανασυγκρότηση». Το γεγονός πως τα έχουν οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους δεν έχει σημασία; Το θέτω έτσι όπως το κάνει και ο ίδιος όταν επικαλείται το «επιχείρημα της μεγάλης συμφωνίας»: «Γιατί, άραγε, όλοι αυτοί οι κατά τα άλλα αποκλίνοντες σε πλήθος θέματα αριστεροί να συγκλίνουν σε αυτήν την ατζέντα;».

Εξάλλου και εμείς -οι ευρωπαϊστές, που δεν είμαστε ευρωπαϊστές- έχουμε πλήρη συναίσθηση πως «η ΕΕ και η ευρωζώνη είναι μηχανισμοί στυγνής εκμετάλλευσης και κυριαρχίας των ισχυρών επί των αδυνάτων», όπως και τα εθνικά καπιταλιστικά κράτη, άλλωστε. Αυτή η διαπίστωση, ωστόσο, δεν είναι επαρκής για να απαντήσουμε στο ερώτημα «τι να κάνουμε;». Έτσι δεν είναι;

Πηγή Εποχή, Red NoteBook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου