Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016

"Μια περίοδος έντονης συζήτησης σχετικά με τη μαρξιστική φιλοσοφία": Μια συνέντευξη με τον Étienne Balibar


Η συνέντευξη του Jérome Skalski με τον Étienne Balibar αναφορικά με την περίοδο δημοσίευσης του Reading Capital («Να διαβάσουμε το Κεφάλαιο») δημοσιεύτηκε στην L'Humanité το Μάρτιο του 2015. Η μετάφραση αυτή από τους Patrick King και Salar Mohandesi δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο Viewpoint. 


-Πενήντα χρόνια πριν, δημοσιεύθηκαν το έργο του Louis Althusser ("Για τον Μαρξ" (“For Marx”), και, το υπό την εποπτεία του, "Να διαβάσουμε το Κεφάλαιο" (“Reading Capital”). Ποιο ήταν το πλαίσιο της συζήτησης εκείνη την περίοδο; 

Étienne Balibar: Για να το θέσω ευσύνοπτα, θα ήθελα να αναφέρω ότι η ερώτηση ενέχει μια πνευματική, ακόμα και ακαδημαϊκή διάσταση, καθώς και μια πολιτική και ιδεολογική. Ανήκω σε μια γενιά που εισήχθη στην École Normale Supérieure στο 1960. Αυτό δεν είναι άσχετο από ιστορική άποψη. Στην ομάδα μας, η οποία διαμορφώθηκε σιγά-σιγά γύρω από τον Althusser, υπήρχαν φυσικά φοιτητές, αλλά και μαθητές. Άνθρωποι που ήταν λίγο μεγαλύτερης ηλικίας, όπως ο Pierre Macherey, και αργότερα οι λίγο νεότεροι που ήρθαν αμέσως μετά, οι μελλοντικές μαοϊκοί, όπως ο Dominique Lecourt. Όλα αυτά, κατά τη διάρκεια πέντε ή έξι χρόνων. Από τη μία πλευρά, τότε, το έτος 1960 ήταν δύο χρόνια πριν από το τέλος του Πολέμου της Αλγερίας, καθώς και το έτος που δημοσιεύτηκε η "Κριτική του Διαλεκτικού Λόγου" (“Critique of Dialectical Reason”) του Jean-Paul Sartre. Εμείς είχαμε πολιτικοποιηθεί από τον Πόλεμο της Αλγερίας. Ήμασταν όλοι μαχητές της UNEF (Εθνική Ένωση Φοιτητών της Γαλλίας), η οποία ήταν η πρώτη γαλλική ένωση που συντάχθηκε με τα αλγερινά συνδικάτα που συνδέονται με το FLN, προκειμένου να συντονίσουν τις δράσεις τους ενάντια στον πόλεμο. Αυτό αποτέλεσε ένα πλαίσιο έντονης πολιτικοποίησης και κινητοποίησης, αλλά επίσης με αιχμηρές εσωτερικές συγκρούσεις. Οι βασικές αρχές της πολιτικοποίησής μας ήταν ως επί το πλείστον η αντιαποικιακή και, κατά συνέπεια, η αντιιμπεριαλιστική κινητοποίηση. Η κοινωνική διάσταση υπήρχε, αλλά εμφανίστηκε ως ένα είδος προσθήκης. 

Από την άλλη πλευρά, ήταν μια περίοδος έντονης συζήτησης σχετικά με την μαρξιστική φιλοσοφία, με αδιαμφισβήτητο το ρόλο που διαδραμάτισαν ορισμένοι μαρξιστές φιλόσοφοι από το Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά και σημαντικοί μαρξιστές φιλόσοφοι οι οποίοι είτε δεν ήταν πια στο Κομμουνιστικό Κόμμα, όπως ο Henri Lefebvre, ή ανήκαν σε μη-κομμουνιστικές μαρξιστικές τάσεις. Και τότε υπήρχε και ο Jean-Paul Sartre, ο οποίος αυτοπροσδιοριζόταν ως συνοδοιπόρος, που είχε μόλις εκδώσει αυτό το μεγαλειώδες έργο στο οποίο προσπάθησε να επανιδρύσει το μαρξισμό, τον οποίο και χαρακτήρισε, στην εισαγωγή, με την περίφημη φράση που συχνά λανθασμένα επαναλαμβάνουμε: "Ο μαρξισμός είναι ο αξεπέραστος φιλοσοφικός ορίζοντας της εποχής μας." Δεν λέω ότι όλες οι φιλοσοφικές εργασίες στη Γαλλία περιστρέφονταν γύρω από τον Μαρξ. Αυτό θα ήταν εντελώς εσφαλμένο. Αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η συζήτηση για το μαρξισμό ήταν πραγματικά τότε πολύ ορατή, πολύ έντονη, πολύ παθιασμένη, και πολύ ενδιαφέρουσα. Ήταν επίσης η εποχή που το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε αποφασίσει να οργανώσει ένα μαρξιστικό κέντρο μελέτης και έρευνας με κριτικές αναλύσεις όπως το La Pensée ή La Nouvelle Critique. Το Κόμμα είχε, επίσης, αποφασίσει να οργανώσει τις "Εβδομάδες της Μαρξιστικής Σκέψης" ("semaines de la Pensée marxiste"). 

Για να δώσουμε μια ιδέα εκείνης της περιόδου, θα αναφέρω το 1961, το έτος μετά τη δημοσίευση του βιβλίου του Σαρτρ. Το κύριο γεγονός των "Εβδομάδων Μαρξιστικής Σκέψης" ("semaines de la Pensée marxiste") εκείνη τη χρονιά ήταν η αντιπαράθεση του Σαρτρ με τον δικό μας διευθυντή της ENS (École normale supérieure), Jean Hyppolite, τον διάσημο ειδικό επί του Hegel, από τη μία πλευρά, και, από την άλλη, τον Roger Garaudy, που αντιπροσώπευε την επίσημη γραμμή του PCF (French Communist Party) στη φιλοσοφία, και τον Jean-Pierre Vigier, μαχητή της Αντίστασης, φυσικό, φιλόσοφο, και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής. Αυτή η "βαριά" συζήτηση εκτυλίχθηκε στο αμφιθέατρο της Mutualité. Η εκδήλωση ήταν τεράστια. Ο Althusser ήταν καθηγητής φιλοσοφίας καθώς και δάσκαλος-φροντιστής, επιφορτισμένος με την προετοιμασία μας για τις εξετάσεις. Προφανώς, τα μαθήματα του δεν ήταν για το μαρξισμό, αλλά για όλα τα είδη των άλλων θεμάτων. Παρ 'όλα αυτά ο ίδιος είχε αρχίσει να δημοσιεύει στην La Pensée, το 1961, ένα πρώτο άρθρο που ακολουθήθηκε από αρκετά άλλα, τα οποία προκάλεσαν αμέσως μια ζωηρή αντιπαράθεση εντός και εκτός του κόμματος. Αυτό αμέσως προσέλκυσε το ενδιαφέρον. Πήγαμε να τον συναντήσουμε, και προτείναμε να δημιουργηθεί μια ομάδα μελέτης που σταδιακά εξελίχθηκε σε μικρή ομάδα. Βέβαια, αυτό δεν κράτησε για πολύ. Δεν άντεξε, ακόμη και πριν από το 1968, τις σοβαρές εσωτερικές εντάσεις, αλλά παρόλα αυτά για πολλά χρόνια συνεργαστήκαμε με έναν συστηματικό τρόπο τόσο επί του Μαρξισμού όσο και επί της Γαλλικής Φιλοσοφίας της εποχής, με το μεγάλο γεγονός- όπως φάνταζε στα μάτια μας- της οποίας να αποτελεί η γέννηση του δομισμού. Οργανώσαμε ένα δημόσιο σεμινάριο που διήρκεσε ένα ολόκληρο το έτος. Αυτό δημοσιεύτηκε αμέσως. Ήταν εκείνη τη στιγμή που η επιρροή του Althusser έφθασε το ύψος του για ένα ορισμένο τμήμα της διανόησης της Μαρξιστικής ή Μαρξισιακής Αριστεράς στη Γαλλία. 


-Ποιες ήταν οι κατευθύνσεις της σκέψης του Louis Althusser; 

Δεν ξέρω αν μπορώ να συνοψίσω αυτά τα πράγματα. Πρώτον, παρόλο που ο Althusser αργότερα προχώρησε στην αυτοκριτική του για να δηλώσει ότι, κατά μία έννοια, είχε ξεχάσει την πολιτική, νομίζω ότι το έργο του Althusser είχε, από τα πρώτα άρθρα του, μια διπλή διάσταση, πολιτική και φιλοσοφική. Προφανώς, μία από τις ελκυστικές πτυχές, και δικαίως, του έργου του Althusser για πολλούς νέους μαρξιστές και νέους ακόμα φιλοσόφους γενικότερα, ήταν ότι ποτέ δεν θέλησε να θυσιάσει κάποια από τις δύο διαστάσεις για την άλλη. Από τη μια πλευρά, ήθελε να ανάγει το μαρξισμό σε μια μεγάλη φιλοσοφία και, από την άλλη, είχε μια πολύ πολιτική αντίληψη της φιλοσοφίας στην οποία ο μαρξισμός συνιστούσε, σύμφωνα με την ενδέκατη θέση του Marx για τον Feuerbach, όχι μόνο έναν τρόπο ερμηνείας του κόσμου, αλλά και μετατροπής του. Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται λίγο μακρινά σήμερα, αλλά η παρέμβασή του οργανώθηκε γύρω από την άρθρωση αυτών των δύο πτυχών του μαρξισμού που ο Stalin είχε ορίσει σε ένα διάσημο φυλλάδιο, το οποίο, ενώ σίγουρα δογμάτιζε τα πράγματα, άσκησε, νομίζω, μια ισχυρή επιρροή στον Althusser . Από τη μία, ο διαλεκτικός υλισμός, η φιλοσοφική διάσταση του μαρξισμού, και από την άλλη, ο ιστορικός υλισμός, δηλαδή, η θεωρία της ιστορίας, και, κατά συνέπεια, η θεωρία της πολιτικής και του κοινωνικού μετασχηματισμού. 


-Δεν ήταν ο Spinoza, επίσης, ένας στοχαστής της ριζοσπαστικής δημοκρατίας; Φιλοσοφικά, ήταν ο αλτουσσεριανός μαρξισμός μία ακόμα επιστροφή στον Spinoza; 

Ο Althusser θαύμαζε τον Σπινόζα της Θεολογικο-Πολιτικής Πραγματείας, αλλά αυτό δεν ήταν το θέμα που τον απασχόλησε περισσότερο. Έχετε απόλυτο δίκιο όταν λέτε ότι η σκέψη του Σπινόζα είναι μια ριζικά δημοκρατική σκέψη. Αυτή είναι μια διάσταση που έχει έρθει στο προσκήνιο πρόσφατα, η οποία τυγχάνει να έχει ιδιοποιηθεί από μια μεγάλη μερίδα φιλοσόφων, μερικοί από τους οποίους προέρχονται ουσιαστικά από ένα μαρξιστικό υπόβαθρο. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν το θέμα ή η διάσταση που ενδιέφερε τον Althusser. Όχι γιατί ήταν εχθρικά διακείμενος προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά επειδή ουσιαστικά πίστευε ότι η ριζοσπαστική δημοκρατία ήταν ένα μεταβατικό στάδιο, ένα ενδιάμεσο στάδιο για την δικτατορία του προλεταριάτου. Από αυτή την άποψη, υπήρξε ένας πολύ ορθόδοξος μαρξιστής. Η διάσταση που τόνισε στον Σπινόζα αφορούσε τη θεωρία περί ιδεολογίας. Με τον Σπινόζα, λαμβάνει χώρα η πρώτη μεγάλη υλιστική κριτική της ιδεολογίας. Ο Althusser υπερασπίστηκε μια παράδοξη θέση. Αντιλαμβάνομαι ότι συγκλόνισε σφοδρά πολλούς μαρξιστές εκείνη την εποχή, αλλά, από την άλλη πλευρά, ήταν πολύ ελκυστική για ορισμένους ανθρώπους ανάμεσά μας. Αυτή η ιδέα ήταν ότι η έννοια της ιδεολογίας ήταν η θεμελιώδης πτυχή της θεωρητικής επανάστασης του Marx: όχι μόνο η κριτική της αστικής ιδεολογίας, αλλά και η κριτική της ιδεολογίας εν γένει. Για τον Althusser, αυτό φαίνεται να αποτέλεσε επίσης ένα σημαντικό σημείο στο πλαίσιο των συζητήσεων περί κομμουνισμού εκείνη την χρονική στιγμή, το γεγονός ότι εκείνος διεπόταν από την ιδεολογική συγκρότηση που ο ίδιος αποκαλούσε ανθρωπισμό και οικονομισμό. Σκέφτηκε ότι η μαρξιστική παράδοξη ήταν αδύναμη σχετικά με το ζήτημα της ιδεολογίας και ότι ο Μαρξ, ακόμη και αν διέθετε την ιδιοφυΐα να εφεύρει την έννοια, προχώρησε σε μια πολύ κακή ανάλυση του. Στον Σπινόζα, βρήκε τα στοιχεία για μια υλιστική θεωρία της ιδεολογίας που δεν ήταν ούτε του Feuerbach ούτε του Hegel, και δεν συνδεόταν με μια φιλοσοφία της ιστορίας ή με την έννοια της αποξένωσης του ανθρώπου ή της ανθρώπινης ουσίας. Όλα αυτά καλώς συνταιριασμένα με αυτό που ονομάστηκε αλτουσεριανός επιστημονισμός, όπως αυτή εκφράστηκε στην ιδέα της επιστημολογικής ρήξης και οδήγησε στην εγγύτητά του με τον δομισμό. Ο Althusser άσκησε κριτική σε αυτές τις θέσεις εν συντομία στο έργο του "Στοιχεία Αυτοκριτικής" (“Elements of Self-Criticism”). 


-Τι απομένει από τη φιλοσοφική παρέμβαση του Althusser και τις αντιπαραθέσεις εκείνης της περιόδου σήμερα; 

Σίγουρα, κατά την άποψή μου, χρειαζόμαστε μια κριτική του καπιταλισμού που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος. Οι απαιτήσεις του παρόντος, τώρα: αυτές είναι η παγκοσμιοποίηση και ο αναπόφευκτα ενοποιημένος χαρακτήρας του οικονομικού και του οικολογικού προβλήματος. Είναι η εμφάνιση νέων μορφών διακυβέρνησης, όπως λέμε, που είναι εν μέρει και οι δύο υπο-κρατικές και υπερ-κρατικές ή μετα-κρατικές. Πρόκειται για μια γενική αναθεώρηση ή αναμόρφωση. Χρειαζόμαστε μια νέα κριτική της πολιτικής οικονομίας και της πολιτικής. Ο Marx δεν είναι περιττός για αυτό το εγχείρημα, για την ανάληψη του εν λόγω καθήκοντος κρίνεται μάλιστα απολύτως απαραίτητος – θα αναδυθεί μεταμορφωμένος από αυτό. Ο Althusser, σε ένα από τα τελευταία κείμενα που έγραψε, έχει ορίσει τον μαρξισμό ως τελειωμένη θεωρία. Προφανώς, αυτό ήταν ένα ισχυρό παιχνίδι με τις λέξεις τη δεδομένη χρονική στιγμή. Όλοι μιλούσαν για το τέλος του μαρξισμού. Ο Althusser είπε ότι δεν ήταν το τέλος του μαρξισμού, αλλά υπογράμμισε την αναγκαιότητα για τον ίδιο τον μαρξισμό να καθορίσει ή να οριοθετήσει τα δικά του εσωτερικά όρια, τα δικά του ιστορικά όρια. Κατά κάποιον τρόπο, θα μπορούσατε να πείτε ότι έγινε πιο ιστορικιστής από ό, τι ήταν στην αρχή. Έχουμε ήδη εισέλθει σε μια νέα φάση ερμηνείας του μαρξισμού η οποία, αναπόφευκτα, είναι επίσης ίσως και ένας εντελώς ριζοσπαστικός μετασχηματισμός του μαρξισμού. Θα αναδυθεί αναμφίβολα από αυτόν τον μετασχηματισμό εντελώς αγνώριστος. Από αυτή την άποψη, αυτό που έλαβε χώρα στα μέσα της δεκαετίας του 1960 είναι πολύ ενδιαφέρον. Όχι μόνο για τις θεωρητικές προτάσεις που έγιναν εκείνη την εποχή και οι οποίες δεν έχουν πλήρως διερευνηθεί. Μάλιστα από ορισμένες απόψεις, η αυτοκριτική του Althusser είχε αρνητικές επιπτώσεις. Αλλά κυρίως λόγω του γεγονότος ότι ο Althusser δεν ήταν ο μόνος πρωταγωνιστής αυτής της αντιπαράθεσης κατά τη διάρκεια της επαναθεμελίωσης του μαρξισμού. Αυτό ήταν, κατά κάποιο τρόπο, το κυρίαρχο κοινό πρόγραμμα μεταξύ μαρξιστών των διαφόρων χωρών κατά τη διάρκεια αυτών των ετών. Για μένα, ο Althusser έχει ένα είδος βιογραφικού προνομίου, αλλά δεν υπάρχει κανένα απόλυτο προνόμιο. Η συνεισφορά του δεν μπορεί να εκτιμηθεί και να συζητηθεί εάν η προοπτική δεν επεκταθεί ή μεγεθυνθεί. Στη δεκαετία του 1960, στο πλαίσιο του Γερμανικού Κριτικού Μαρξισμού, συντελέστηκε μια νέα ανάγνωση του Κεφαλαίου (Neue Marx-Lektüre) που όφειλε πολλά στην Σχολή της Φρανκφούρτης και επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στο φαινόμενο της κοινωνικής αλλοτρίωσης όπως αυτή ήταν συνδεδεμένη με τη γενίκευση της εμπορευματοποίησης. Αυτό ήταν κάτι που ο Althusser δεν γνώριζε καλά ή δεν θέλησε να μάθει. Υπήρχαν οι διάφορες πτυχές του ιταλικού εργατισμού, με μεγαλύτερη μορφή τον Mario Tronti, ο οποίος έγραψε, ακριβώς την ίδια στιγμή με τον Althusser και την ομάδα του, μια νέα ανάγνωση του Κεφαλαίου που σε ορισμένα σημεία συνάδει με τον Althusser , και σε άλλα σημεία αποκλίνει. Αλλά μπορούμε να διευρύνουμε την προοπτική ακόμη περισσότερο με τα κριτικά μαρξιστικά ρεύματα που προέρχονται από τη Λατινική Αμερική, και στη συνέχεια με την παράδοση της μαρξιστικής ιστορίας κατά τα πρότυπα του αγγλοσαξονικού κόσμου από τους Eric Hobsbawm, Maurice Dobb, Christopher Hill, ή Perry Anderson. Αν επιστρέψουμε στο 1965, θα συναντήσουμε έναν μαρξισμό σε πλήρη άνθηση, σε πλήρη αντίφαση με τον εαυτό του. Από τη μία πλευρά, υπάρχει το νεκρό βάρος της κρίσης του κρατικού κομμουνισμού, από την άλλη πλευρά οι επαναστατικές ελπίδες: στο μεσοδιάστημα όλων αυτών, η ικανότητα να ανανεώσει τους δεσμούς ή τις συνδέσεις μεταξύ της μαρξιστικής φιλοσοφίας και της ζώσας φιλοσοφίας. Δεν μπορούμε να ξαναρχίσουμε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, αλλά αυτή η περίοδος ενέχει σίγουρα μια θετική ιδέα για το σήμερα. 

Μετάφραση: Σταματίνα Τσιμοπούλου


Πηγή Verso, ΚΟΊΤΑ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΌ

3 σχόλια:

  1. Ας αφήσουμε τον Althusser ήσυχο, ό,τι ήταν να δώσει έδωσε. Για τον Balibar, ο μεγάλος αυτός κριτικός του καπιταλισμού στηρίζει ενεργητικά την Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια. Πολλά γραπτά, ελάχιστη ουσία. Ελπίζω να απεγκλωβιστούν τα μυαλά μας από όλο αυτό το συνάφι, και να τους αντιμετωπίσουμε απλά ως κάποιους που θέτουν ενδιαφέροντα ερωτήματα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Συμφωνώ και άλλωστε ελπίζω ότι δεν τους αντιμετώπισα ποτέ διαφορετικά. Έχοντας επισημάνει αυτό, η συμπάθειά μου προς τους ευρωαριστερούς είχε (και έχει) να κάνει εν πολλοίς με την προτίμηση που για διάφορους λόγους έχω προς τη μία χίμαιρα (ΗΣΠΕ) έναντι της άλλης (ΛΔΕ). Η συμπάθεια αυτή προβλέπεται να διατηρηθεί εφόσον και ενόσω εξακολουθούμε να έχουμε ενώπιόν μας χίμαιρες.

      Διαγραφή
    2. Η διαφορά είναι πόσο θέλουμε να πάμε τη κριτική μέχρι το τέρμα, και πόσο την κόβουμε σε ένα συγκεκριμένο σημείο.

      Διαγραφή