Σάββατο 15 Αυγούστου 2015

Για ένα κοινό μεταβατικό πρόγραμμα των αντι-μνημονιακών δυνάμεων


του Ηλία Ιωακείμογλου


Χάρη σε όσα έγιναν στη διάρκεια της εβδομάδας του δημοψηφίσματος, η ταξική συνείδηση των υποτελών κοινωνικών τάξεων έχει ανέβει πολύ υψηλότερα από τα χρόνια των μνημονίων 1 και 2.

Αυτή η συ­νει­δη­το­ποί­η­ση συ­νέ­νω­σε τις υπο­τε­λείς κοι­νω­νι­κές τά­ξεις σε ένα πρό­πλα­σμα κοι­νω­νι­κού μπλοκ εξου­σί­ας της ερ­γα­σί­ας που είναι αδια­νό­η­το ότι θα μπο­ρού­σε να εκ­προ­σω­πη­θεί από την ηγε­τι­κή ομάδα του ΣYΡΙ­ΖA. Επεί­γει τώρα, λοι­πόν, να συ­στή­σου­με τον νέο πο­λι­τι­κό φορέα που θα εκ­προ­σω­πή­σει αυτό το κοι­νω­νι­κό μπλοκ δυ­νά­με­ων, να συ­γκρο­τή­σου­με τώρα πραγ­μα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις βάσης χτι­σμέ­νες με κρι­τή­ριο τα­ξι­κό, σο­βα­ρό­τη­τα, συ­νέ­πεια και αγω­νι­στι­κό­τη­τα, για να προ­σφέ­ρου­με πο­λι­τι­κή και ορ­γα­νω­τι­κή ισχύ στο αντι­μνη­μο­νια­κό μπλοκ κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων που ποτέ δεν ήταν τόσο αξιό­μα­χο όσο σή­με­ρα.[1]

Αυτό όμως απαι­τεί ένα πο­λι­τι­κό σχέ­διο απο­δε­κτό από τις δυ­νά­μεις που είναι κα­ταρ­χάς δια­θέ­σι­μες να συμ­με­τά­σχουν σε ένα τέ­τοιο εγ­χεί­ρη­μα - απαι­τεί ένα κοινό πρό­γραμ­μα.


Το νό­μι­σμα: κε­ντρι­κό στοι­χείο ενός κοι­νού προ­γράμ­μα­τος;

Η ιδέα ότι το νό­μι­σμα και η υπο­τί­μη­ση της συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κής του ισο­τι­μί­ας μπο­ρεί να είναι για εμάς κάτι πα­ρα­πά­νω από ένα ερ­γα­λείο των κοι­νω­νι­κών αγώ­νων είναι λαν­θα­σμέ­νη. Στο τέλος των αλ­λα­γών που ενερ­γο­ποιεί μια νο­μι­σμα­τι­κή υπο­τί­μη­ση, το ει­σο­δη­μα­τι­κό με­ρί­διο της ερ­γα­σί­ας μπο­ρεί να έχει αυ­ξη­θεί ή να έχει μειω­θεί, αφού υπάρ­χουν πα­ρά­γο­ντες που ενερ­γο­ποιού­νται από την υπο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος και έχουν αντί­θε­τα απο­τε­λέ­σμα­τα επί των μι­σθών. Τί­πο­τα δεν υπάρ­χει στο οι­κο­νο­μι­κό σύ­στη­μα, στους νό­μους που το διέ­πουν, που να προ­κα­θο­ρί­ζει ποια από τις δύο επι­πτώ­σεις θα είναι η ισχυ­ρό­τε­ρη. Αυτό ισχύ­ει επει­δή η λει­τουρ­γία του κε­φα­λαιο­κρα­τι­κού οι­κο­νο­μι­κού συ­στή­μα­τος εν­σω­μα­τώ­νει μιαν αρχή ρι­ζι­κής αβε­βαιό­τη­τας που είναι ο βα­σι­κός κοι­νω­νι­κός αντα­γω­νι­σμός κε­φα­λαί­ου - ερ­γα­σί­ας. Αυτός απο­φα­σί­ζει τε­λι­κά εάν θα αυ­ξη­θεί το ει­σο­δη­μα­τι­κό με­ρί­διο της ερ­γα­σί­ας ή εάν θα μειω­θεί μετά από μια νο­μι­σμα­τι­κή υπο­τί­μη­ση. Με άλλα λόγια, απο­φα­σί­ζει το σχε­τι­κό βάρος που ρί­χνουν οι δύο αντα­γω­νι­στι­κές πλευ­ρές, το κε­φά­λαιο και η ερ­γα­σία στη ζυ­γα­ριά του συ­σχε­τι­σμού δυ­νά­με­ων.[2] Το τε­λι­κό ση­μείο ισορ­ρο­πί­ας των μι­σθών, μετά από μια υπο­τί­μη­ση κα­θο­ρί­ζε­ται λοι­πόν από τον τα­ξι­κό συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­με­ων, δεν κα­θο­ρί­ζε­ται από το νό­μι­σμα κα­θε­αυ­τό (παρά μόνο στο βαθμό που αυτό μπο­ρεί να έχει επί­πτω­ση στον συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­με­ων με­τα­ξύ κε­φα­λαί­ου και ερ­γα­σί­ας).

Επο­μέ­νως, η υπο­τί­μη­ση ενός νέου εθνι­κού νο­μί­σμα­τος δεν μπο­ρεί να έχει νόημα ως θε­τι­κή κί­νη­ση για τη δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος παρά μόνον εάν εντα­χθεί σε ένα οι­κο­νο­μι­κό, κοι­νω­νι­κό και πο­λι­τι­κό πρό­γραμ­μα που θα επι­διώ­κει, με­τα­ξύ άλλων, την ενί­σχυ­ση της δια­πραγ­μα­τευ­τι­κής δύ­να­μης των μι­σθω­τών με αναρ­ρύθ­μι­ση της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας και αλ­λα­γές στο πα­ρα­γω­γι­κό σύ­στη­μα και στο κοι­νω­νι­κό κρά­τος.

Αυτό που κα­θο­ρί­ζει, λοι­πόν, το νόημα και το πο­λι­τι­κό πρό­ση­μο μιας νο­μι­σμα­τι­κής υπο­τί­μη­σης είναι το πρό­γραμ­μα που τη συ­νο­δεύ­ει. Η δια­πί­στω­ση αυτή δεν ισχύ­ει μόνο για τη δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος αλλά και για την πα­ρα­γω­γι­κή ανα­διάρ­θρω­ση:

Στη μα­κρο­χρό­νια διάρ­κεια, η νο­μι­σμα­τι­κή υπο­τί­μη­ση εν­δέ­χε­ται να μη βελ­τιώ­σει το εξω­τε­ρι­κό εμπό­ριο εάν δεν υπάρ­ξει πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση.[3] Η υπο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος είναι ένα ερ­γα­λείο με το οποίο «αγο­ρά­ζεις» χρόνο μιας δε­κα­ε­τί­ας για να αλ­λά­ξεις την πο­ρεία της συσ­σώ­ρευ­σης κε­φα­λαί­ου, τη δομή του πα­ρα­γω­γι­κού συ­στή­μα­τος, τους θε­σμούς της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας, τη λει­τουρ­γία των αγο­ρών προ­ϊ­ό­ντων, τη δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος, τα προ­ϊ­ό­ντα που πα­ρά­γεις κ.λπ., κα­τα­βάλ­λο­ντας για αυτό το χρο­νι­κό πε­ρι­θώ­ριο το τί­μη­μα να πλη­ρώ­νεις ακρι­βό­τε­ρα τα προ­ϊ­ό­ντα που ει­σά­γεις από άλλες χώρες.[4] Αυτή η ανταλ­λα­γή βαθ­μών ελευ­θε­ρί­ας στην άσκη­ση πο­λι­τι­κής ένα­ντι ακρι­βό­τε­ρων ει­σα­γο­μέ­νων δη­μιουρ­γεί ένα πα­ρά­θυ­ρο ευ­και­ρί­ας για με­γά­λες αλ­λα­γές στο πα­ρα­γω­γι­κό σύ­στη­μα, τις σχέ­σεις πα­ρα­γω­γής και δια­νο­μής του προ­ϊ­ό­ντος, έτσι ώστε στο τέλος της δια­δι­κα­σί­ας να έχου­με ως χώρα ισο­σκε­λι­σμέ­νο εξω­τε­ρι­κό εμπο­ρι­κό ισο­ζύ­γιο αγα­θών και υπη­ρε­σιών έχο­ντας ταυ­το­χρό­νως και υψηλό επί­πε­δο ει­σο­δή­μα­τος. Η ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση του πα­ρα­γω­γι­κού συ­στή­μα­τος δεν μπο­ρεί να υπο­στη­ρί­ξει παρά μόνον το ση­με­ρι­νό επί­πε­δο του ΑΕΠ των 180 δι­σε­κα­τομ­μυ­ρί­ων ευρώ ή ίσως ένα ει­σό­δη­μα της τάξης των 200 δι­σε­κα­τομ­μυ­ρί­ων εάν χρη­σι­μο­ποι­η­θεί πλή­ρως το πα­ρα­γω­γι­κό δυ­να­μι­κό που σή­με­ρα αργεί (το ΑΕΠ του 2008 ήταν 240 δι­σε­κα­τομ­μύ­ρια).

Εν κα­τα­κλεί­δι, η νο­μι­σμα­τι­κή υπο­τί­μη­ση κα­θε­αυ­τή δεν ανοί­γει μια βα­σι­λι­κή οδό προς την οι­κο­νο­μι­κή ανά­πτυ­ξη και την κοι­νω­νι­κή πρό­ο­δο, ούτε οδη­γεί στο χάος και την κα­τα­κρή­μνι­ση των μι­σθών, αλλά ανοί­γει ένα πα­ρά­θυ­ρο ευ­και­ρί­ας για τις ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις και τους συμ­μά­χους τους να ανα­συ­γκρο­τή­σουν το πα­ρα­γω­γι­κό σύ­στη­μα και τους θε­σμούς στη βάση των αξιών της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς και των ορα­μά­των της για το σο­σια­λι­σμό.

Η ιδέα, λοι­πόν, ότι το νό­μι­σμα και η συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κή του ισο­τι­μία μπο­ρεί να είναι για εμάς κάτι πα­ρα­πά­νω από ένα ερ­γα­λείο των κοι­νω­νι­κών αγώ­νων είναι λαν­θα­σμέ­νη, και σαν τέ­τοια δεν μπο­ρεί να απο­τε­λεί τον κε­ντρι­κό κα­θο­ρι­σμό του προ­γράμ­μα­τος μιας νέας πο­λι­τι­κής ορ­γά­νω­σης που θα συ­γκε­ντρώ­σει τώρα τις αντι­μνη­μο­νια­κές δυ­νά­μεις. Ούτε μπο­ρεί να εμ­φα­νί­ζε­ται, η ιδέα αυτή, ως η προ­με­τω­πί­δα του προ­γράμ­μα­τος, διότι θα λει­τουρ­γεί πα­ρα­πλα­νη­τι­κά καλ­λιερ­γώ­ντας την δια­δε­δο­μέ­νη πλάνη ότι το «νό­μι­σμα είναι το ζή­τη­μα». Αυτό δεν πρέ­πει να γίνει ακόμη και εάν η πλάνη συ­νο­δεύ­ε­ται από ένα επι­στη­μο­νι­κά και πο­λι­τι­κά επαρ­κές σχέ­διο επι­τυ­χούς με­τά­βα­σης από το ευρώ σε ένα νέο εθνι­κό νό­μι­σμα.

Διότι το ζή­τη­μα δεν είναι το νό­μι­σμα, αλλά το με­τα­βα­τι­κό πρό­γραμ­μα στο οποίο θα εν­σω­μα­τω­θεί. Εάν το πρό­γραμ­μα είναι π.χ. του Σόι­μπλε, τότε η υπο­τί­μη­ση του νέου νο­μί­σμα­τος θα συ­νο­δεύ­ε­ται από μεί­ω­ση του ει­σο­δη­μα­τι­κού με­ρι­δί­ου της ερ­γα­σί­ας και θα ανοί­γει στο δρόμο σε μια πα­ρα­γω­γι­κή ανα­διάρ­θρω­ση που θα υλο­ποιεί την υπο­τα­γή της ερ­γα­σί­ας στο κε­φά­λαιο με τους χει­ρό­τε­ρους όρους. Εάν είναι ένα με­τα­βα­τι­κό πρό­γραμ­μα που ανοί­γει το δρόμο σε ρι­ζο­σπα­στι­κές αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κές αλ­λα­γές στην οι­κο­νο­μία και την κοι­νω­νία, τότε η υπο­τί­μη­ση του νέου νο­μί­σμα­τος θα συ­νο­δεύ­ε­ται από αύ­ξη­ση του ει­σο­δη­μα­τι­κού με­ρι­δί­ου της ερ­γα­σί­ας, από αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή ανα­διάρ­θρω­ση του πα­ρα­γω­γι­κού συ­στή­μα­τος και από με­τα­σχη­μα­τι­σμό των θε­σμών που θα ανα­βαθ­μί­ζουν τη θέση των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων και θα τους ανοί­γουν το δρόμο για να κα­τα­κτή­σουν την πο­λι­τι­κή ηγε­μο­νία με τις ορ­γα­νω­μέ­νες δυ­νά­μεις τους.

Βε­βαί­ως, το ζή­τη­μα του νο­μί­σμα­τος έχει και άλλες πλευ­ρές, για τις οποί­ες όμως συ­ζη­τώ­ντας τες θα φτά­να­με μάλ­λον εύ­κο­λα στο ίδιο συ­μπέ­ρα­σμα, δη­λα­δή ότι το νό­μι­σμα κα­θε­αυ­τό δεν λύνει ικανό αριθ­μό προ­βλη­μά­των ώστε να τεθεί στο κέ­ντρο του προ­γράμ­μα­τος ή να γίνει η προ­με­τω­πί­δα του.

Εάν έτσι έχουν τα πράγ­μα­τα, ακόμη και η πρώτη απεύ­θυν­ση προς την κοι­νω­νία, όποιου πο­λι­τι­κού σχή­μα­τος θε­λή­σει να ση­κώ­σει την πε­σμέ­νη ση­μαία της Αρι­στε­ράς μέσα στις επό­με­νες ημέ­ρες ή εβδο­μά­δες, δεν μπο­ρεί παρά να ανα­φέ­ρε­ται σε ένα κοινό πρό­γραμ­μα αλ­λα­γών στο οποίο το νό­μι­σμα οφεί­λει να έχει τη θέση του ως ερ­γα­λείο πο­λι­τι­κής και όχι ως κάτι πε­ρισ­σό­τε­ρο (ιδιαί­τε­ρα όχι ως μα­γι­κή λύση). Αυτό βε­βαί­ως δεν ση­μαί­νει ότι το κοινό πρό­γραμ­μα δεν πρέ­πει να ανα­φέ­ρε­ται στην ανα­πό­φευ­κτη ρήξη με την Ευ­ρω­ζώ­νη ως προ­ϋ­πό­θε­ση για την ανα­τρο­πή της πο­λι­τι­κής της λι­τό­τη­τας και του κα­νι­βα­λι­σμού του κε­φα­λαί­ου.


Το κενό πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης και το κοινό με­τα­βα­τι­κό πρό­γραμ­μα

Αυτό βέ­βαια μας οδη­γεί ανα­πό­φευ­κτα στο ερώ­τη­μα ποια χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά μπο­ρεί και πρέ­πει να έχει αυτό το κοινό πρό­γραμ­μα. Είναι πι­θα­νό­τα­τα προ­φα­νές σε όλους μας ότι οι αντι­μνη­μο­νια­κές δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς θα πρέ­πει να επε­ξερ­γα­στούν από κοι­νού ένα πο­λι­τι­κό σχέ­διο το οποίο στη συ­νέ­χεια και θα ανα­λά­βουν να υπη­ρε­τή­σουν κά­νο­ντας χρήση μιας ορ­γα­νω­τι­κής δομής που θα εξυ­πη­ρε­τεί ακρι­βώς αυτά τα κα­θή­κο­ντα. Μια τέ­τοια δια­δι­κα­σία, ωστό­σο, διαρ­κεί πολύ, και βρί­σκε­ται σε ανα­ντι­στοι­χία με το βραχύ χρόνο της πο­λι­τι­κής, που απαι­τεί να υπάρ­ξει αμέ­σως μια προ­γραμ­μα­τι­κή απεύ­θυν­ση προς την κοι­νω­νία. Αυτό το χάσμα ανά­με­σα στην ανά­γκη να δια­μορ­φώ­σου­με ένα νέο ολο­κλη­ρω­μέ­νο πρό­γραμ­μα (και να μην ανα­κυ­κλώ­σου­με απλώς το πρό­γραμ­μα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ) και στην ανά­γκη μιας άμε­σης προ­γραμ­μα­τι­κής απεύ­θυν­σης προς την κοι­νω­νία, δεν μπο­ρεί να λυθεί με πολ­λούς τρό­πους: Πρέ­πει σε πολύ μικρό χρο­νι­κό διά­στη­μα να εντο­πί­σου­με τις γε­νι­κές κα­τευ­θύν­σεις ενός κοι­νού με­τα­βα­τι­κού προ­γράμ­μα­τος απα­ντώ­ντας στο βα­σι­κό ερώ­τη­μα: Τι ακρι­βώς αντι­προ­σω­πεύ­ει άραγε η νίκη του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος αφού όλοι μας συμ­φω­νού­με ότι αυτή θα είναι στο εξής η ανα­πό­φευ­κτη κοι­νω­νι­κή ανα­φο­ρά μας; Ερώ­τη­ση που εύ­κο­λα με­τα­σχη­μα­τί­ζε­ται στην ερώ­τη­ση ποια είναι η κυ­ρί­αρ­χη αντί­θε­ση στην ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νία σή­με­ρα.

Το δη­μο­ψή­φι­σμα του Ιου­λί­ου ήταν η πο­λι­τι­κή σύ­γκρου­ση δύο κό­σμων, του λαού της ιδιο­κτη­σί­ας και του λαού της ερ­γα­σί­ας, του κοι­νω­νι­κού μπλοκ εξου­σί­ας του κε­φα­λαί­ου και ενός κοι­νω­νι­κού συ­να­σπι­σμού των υπο­τε­λών κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων που εμ­φα­νί­στη­κε για πρώτη φορά μετά τον Εμ­φύ­λιο ως ένα δυ­νη­τι­κά νέο κοι­νω­νι­κό μπλοκ εξου­σί­ας αντα­γω­νι­στι­κό προς το κε­φά­λαιο και έχει στον πυ­ρή­να του συ­γκε­κρι­μέ­νες, αριθ­μη­τι­κά υπέρ­τε­ρες, κοι­νω­νι­κές κα­τη­γο­ρί­ες: τους ανέρ­γους, τη νε­ο­λαία και τους μι­σθω­τούς του δη­μό­σιου τομέα, και πάνω από όλους τους μι­σθω­τούς του ιδιω­τι­κού τομέα.[5] Το συ­γκρό­τη­μα των υπο­τε­λών κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων, είδαν χάρη στο δη­μο­ψή­φι­σμα διά γυ­μνού οφθαλ­μού τον «εχθρι­κό λαό», το άρχον κοι­νω­νι­κό συ­γκρό­τη­μα, ενω­μέ­νο από το τα­ξι­κό τους μίσος και το ιδε­ο­λο­γι­κό τσι­μέ­ντο της ιδιο­κτη­σί­ας, του κε­φα­λαί­ου και της απλη­στί­ας, να αγω­νί­ζε­ται σαν ένας και μο­να­δι­κός άν­θρω­πος, σαν ένα και μο­να­δι­κό πρό­σω­πο, για να θε­με­λιώ­σει το δι­καί­ω­μα του πλού­του του πάνω στις ζωές μας. Σχη­μα­τί­στη­κε, έτσι, χάρη στη θέα του γυ­μνού τέ­ρα­τος, αυτό το πρό­πλα­σμα κοι­νω­νι­κού μπλοκ εξου­σί­ας της ερ­γα­σί­ας, αυτός ο κοι­νω­νι­κός σχη­μα­τι­σμός μάχης που συ­γκρο­τή­θη­κε στη μακρά πο­ρεία μέσα από την έρημο της μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής και απέ­κτη­σε ευ­διά­κρι­το πρό­σω­πο στη διάρ­κεια της εβδο­μά­δας του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος. Είδε στη συ­νέ­χεια τη συν­θη­κο­λό­γη­ση του Αλέξη Τσί­πρα και τη στάση των ηγε­τι­κών κύ­κλων της Ευ­ρώ­πης και έφτα­σε στο συ­μπέ­ρα­σμα ότι χωρίς σύ­γκρου­ση με την Ευ­ρω­ζώ­νη δεν μπο­ρού­με να βελ­τιώ­σου­με στοι­χειω­δώς τις ζωές μας.

Είναι ένας ολό­κλη­ρος λαός, ο δικός μας τα­ξι­κός λαός, που δεν μπο­ρεί, στην πλειο­ψη­φία του, να έχει καμιά σχέση ούτε με την πο­λι­τι­κή αντί­λη­ψη ούτε με την ιδε­ο­λο­γία της ηγε­τι­κής ομά­δας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

Η με­τα­τό­πι­ση της κυ­βέρ­νη­σης και της ηγε­τι­κής ομά­δας του κόμ­μα­τος προς τα δεξιά έχουν ενερ­γο­ποι­ή­σει δια­δι­κα­σί­ες διάρ­ρη­ξης των σχέ­σε­ων εκ­προ­σώ­πη­σης που δια­τη­ρού­σε το κόμμα με αυτές τις κοι­νω­νι­κές δυ­νά­μεις. Η διάρ­ρη­ξη των δε­σμών του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με τις κοι­νω­νι­κές τά­ξεις, με­ρί­δες τά­ξε­ων, κοι­νω­νι­κές ομά­δες που συ­γκρο­τούν το πρό­πλα­σμα ενός νέου κοι­νω­νι­κού μπλοκ εξου­σί­ας των υπο­τε­λών τά­ξε­ων, έχει προ­φα­νώς αρ­χί­σει και θα συ­νε­χί­ζε­ται στο βαθμό που η κυ­βέρ­νη­ση θα εφαρ­μό­ζει το μνη­μό­νιο Τσί­πρα. Στον αδυ­σώ­πη­το κοι­νω­νι­κό πό­λε­μο που διε­ξά­γε­ται μέσα στην κρίση ανά­με­σα στις συ­ντε­ταγ­μέ­νες, συ­νει­δη­τές και επι­θε­τι­κές δυ­νά­μεις της ιδιο­κτη­σί­ας, του κε­φα­λαί­ου, του γυ­μνού χρή­μα­τος στην Ελ­λά­δα και στις άλλες χώρες της Ευ­ρω­ζώ­νης, και σε όσους ζουν ή προ­σπα­θούν να ζή­σουν από την ερ­γα­σία τους, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ του αρι­στε­ρού ευ­ρω­παϊ­σμού επέ­λε­ξε την αλ­λα­γή τα­ξι­κού στρα­το­πέ­δου.

Έτσι, υπάρ­χει αυτήν τη στιγ­μή, ένα κενό πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης: οι δε­σμοί που έδε­ναν σε ενιαία κοι­νω­νι­κή συμ­μα­χία τά­ξεις και με­ρί­δες τά­ξε­ων που ανα­γνώ­ρι­ζαν στη στρα­τη­γι­κή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ το συμ­φέ­ρον τους, και στο όραμά του για το γε­νι­κό συμ­φέ­ρον την προ­σω­πι­κή ή τη συλ­λο­γι­κή τους μοίρα, διαρ­ρη­γνύ­ο­νται και αφή­νουν «ορ­φα­νά» τα ση­μεία πρόσ­δε­σης της πο­λι­τι­κής στην κοι­νω­νία της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, της ανερ­γί­ας και της νε­ο­λαί­ας. Οι πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις που φι­λο­δο­ξούν να εκ­προ­σω­πή­σουν τώρα αυτήν την κοι­νω­νία, θα πρέ­πει να προσ­δε­θούν στα ση­μεία υπο­δο­χής που προ­σφέ­ρει - και αυτά τα ση­μεία έχουν κυ­ρί­ως τα­ξι­κό χα­ρα­κτή­ρα.

Με το παλιό καλό λε­ξι­λό­γιο της μαρ­ξι­στι­κής μας πα­ρά­δο­σης, η κυ­ρί­αρ­χη αντί­θε­ση της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας στην πα­ρού­σα συ­γκυ­ρία είναι η αντί­θε­ση κε­φα­λαί­ου - ερ­γα­σί­ας, είναι η πάλη του κε­φα­λαί­ου να ισο­πε­δώ­σει έναν τύπο κοι­νω­νί­ας και να ξα­να­χτί­σει από την αρχή έναν άλλο φτιαγ­μέ­νο στα μέτρα των ση­με­ρι­νών ανα­γκών του και είναι η πάλη των δυ­νά­με­ων της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, των ανέρ­γων και της νε­ο­λαί­ας να αντι­στα­θεί, και όπως μας έδει­ξε το δη­μο­ψή­φι­σμα να αγω­νι­στεί και για ρι­ζι­κές αλ­λα­γές.

Από αυτά τα δε­δο­μέ­να απορ­ρέ­ει και η γε­νι­κή κα­τεύ­θυν­ση και ο χα­ρα­κτή­ρας που μπο­ρεί και πρέ­πει να έχει το κοινό πρό­γραμ­μα των αντι­μνη­μο­νια­κών δυ­νά­με­ων της Αρι­στε­ράς:

Η κα­τεύ­θυν­ση δεν μπο­ρεί παρά να είναι αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή και ο χα­ρα­κτή­ρας του προ­γράμ­μα­τος δεν μπο­ρεί παρά να είναι με­τα­βα­τι­κός - πρέ­πει να είναι με­τα­βα­τι­κό πρό­γραμ­μα με την λε­νι­νι­στι­κή έν­νοια του όρου, δη­λα­δή ένα πρό­γραμ­μα απο­τε­λού­με­νο από στό­χους, μέτρα οι­κο­νο­μι­κά, κοι­νω­νι­κά και πο­λι­τι­κά, δέ­σι­μο κοι­νω­νι­κών συμ­μα­χιών και πο­λι­τι­κές πε­ρι­πέ­τειες που θα συν­δέ­ο­νται με απώ­τε­ρους αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κούς στρα­τη­γι­κούς στό­χους και θα θέ­τουν τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις για την επί­τευ­ξή τους καθώς η ίδια η πείρα του νέου, δυ­νη­τι­κού κοι­νω­νι­κού μπλοκ εξου­σί­ας των υπο­τε­λών τά­ξε­ων θα δεί­χνει ότι η ρήξη σή­με­ρα με την Eυ­ρω­ζώ­νη και αύριο με το σύ­στη­μα είναι ανα­γκαία για να μη ζή­σου­με σαν δού­λοι.

---------------------------------------------------------
1 βλ. ανα­λυ­τι­κά στο άρθρο “Reload” στην Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά, τεύ­χος 341, 22 Ιου­λί­ου 2015 (http://​dea.​org.​gr/​reload)

2 βλ. ανα­λυ­τι­κά στο άρθρο «Η αλή­θεια για τις νο­μι­σμα­τι­κές υπο­τι­μή­σεις» στο rproject (http://​rproject.​gr/​article/​i-alitheia-gia-tis-nomismatikes-ypotimiseis)

3 Η υπο­τί­μη­ση επη­ρε­ά­ζει και τις τιμές των ει­σα­γό­με­νων πρώ­των υλών, κε­φα­λαιου­χι­κού εξο­πλι­σμού, εν­διά­με­σων προ­ϊ­ό­ντων που χρη­σι­μο­ποιού­νται για την πα­ρα­γω­γή των εγ­χώ­ριων και μέσω αυτών επη­ρε­ά­ζει αυ­ξη­τι­κά το κό­στος πα­ρα­γω­γής και σε κά­ποιο μι­κρό­τε­ρο βαθμό τις τιμές των εγ­χώ­ριων προ­ϊ­ό­ντων που δια­τί­θε­νται στην εσω­τε­ρι­κή αγορά. Δη­μιουρ­γού­νται έτσι δια­δο­χι­κά κύ­μα­τα αυ­ξή­σε­ων κατά τα έτη που ακο­λου­θούν την υπο­τί­μη­ση, οι οποί­ες όμως βαί­νουν μειού­με­νες. Σε βάθος χρό­νου, ίσως σε οκτώ ή δέκα χρό­νια, το άθροι­σμα αυτών των αυ­ξή­σε­ων μπο­ρεί ακόμη και να ισού­ται με το πο­σο­στό της υπο­τί­μη­σης του νο­μί­σμα­τος. Επο­μέ­νως, το κα­θα­ρά νο­μι­σμα­τι­κό όφε­λος από την υπο­τί­μη­ση σε βάθος χρό­νου μπο­ρεί να είναι πολύ μικρό. Το με­γά­λο όφε­λος όμως είναι ότι κερ­δί­ζου­με χρόνο για να κά­νου­με αλ­λα­γές στο πα­ρα­γω­γι­κό σύ­στη­μα που μειώ­νουν το εξω­τε­ρι­κό έλ­λειμ­μα σε μό­νι­μη βάση.

4 Μα­κρο­πρό­θε­σμα δη­λα­δή, μόνον ανε­βά­ζο­ντας την ποιό­τη­τα των προ­ϊ­ό­ντων και πα­ρά­γο­ντας νέες ποι­κι­λί­ες ήδη υπαρ­χό­ντων προ­ϊ­ό­ντων, υπο­κα­θι­στώ­ντας με­γά­λες ει­σα­γω­γές όπως το πε­τρέ­λαιο από ανα­νε­ώ­σι­μες πηγές ενέρ­γειας και το ιδιω­τι­κό αυ­το­κί­νη­το από μο­ντέρ­να μέσα με­τα­φο­ράς κ.λπ., ανα­πτύσ­σο­ντας νέες πα­ρα­γω­γι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες κ.λπ. είναι δυ­να­τό να δια­σφα­λί­σου­με ότι θα μειω­θεί το εμπο­ρι­κό έλ­λειμ­μα αγα­θών και υπη­ρε­σιών.

5 Από τους οποί­ους θα πρέ­πει να εξαι­ρέ­σου­με την διευ­θυ­ντι­κή με­ρί­δα απα­σχο­λου­μέ­νων, των προϊ­στα­μέ­νων και των στε­λε­χών του ιδιω­τι­κού τομέα που δή­λω­σαν αυ­το­προ­σώ­πως ή διά επι­φα­νών εκ­προ­σώ­πων τους στη διάρ­κεια της εβδο­μά­δας του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, στις επι­χει­ρή­σεις, στην τη­λε­ό­ρα­ση και στις δια­δη­λώ­σεις, ότι στην πλειο­νό­τη­τά τους συ­στρα­τεύ­ο­νται με τον κόσμο του κε­φα­λαί­ου και των κοι­νω­νι­κών συμ­μά­χων του, με τον κόσμο του «μέ­νου­με Ευ­ρώ­πη».


Πηγή Rproject

4 σχόλια:

  1. Είχα σκεφτεί να ανεβάσω τον Μαριόλη αλλά δίστασα, μεταξύ άλλων επειδή ανέμενα την αναδημοσίευσή του από τη ΛΝΧ. Οπότε, προτίμησα ένα (συμπληρωματικό) αντίβαρο στα νεο-ρικαρδιανά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. @Weltschmerz K. Το κείμενο του ''η αλήθεια για τις νομισματικές υποτιμήσεις'' πολύ κακό. Το σχολίασα αλλού. Δεν λέει τπτ συγκεκριμένο.

    Επίσης τί ''μαρξισμός'', εδώ τη σύγκρουση κεφαλαίου-εργασίας την αντιλαμβάνεται με όρους αυξομείωσης της τιμής της εργασιακής δύναμης.

    There is no anticapitalism σε τέτοια ανάλυση. Σέβομαι πιο πολύ μια λογική που λέει πως ο σκοπός είναι να αυξηθεί η καπιταλιστική ανταγωνιστικότητα για έναν πιο ανθρωπόμορφο καπιταλισμό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο μου άρεσε το εν λόγω κείμενο!

    Η αυξομείωση της τιμής της εργασιακής δύναμης δεν είναι κάτι άσχετο από την προσωρινή έκβαση της "ταξικής πάλης", της εύρεσης ενός νέου σημείου ισορροπίας σε αυτήν την ανταγωνιστική σχέση και της θεσμικής αποκρυστάλλωσης της εύρεσης αυτής, εάν αναφερόμαστε σε ένα σχετικά σταθερό -από πλευράς επιπέδου τεχνικής και ρυθμού εισαγωγής κι αφομοίωσης τεχνολογικών καινοτομιών ή θεσμικού πλαισίου- καθεστώς συσσώρευσης.

    Η Αριστερά οργανώνει το πέρασμα από την ταξική μεροληψία στην μετακαπιταλιστική α-ταξία (πορεία που, αν κατανοηθεί σωστά, ισοδυναμεί με την εξάλειψη των κοινωνικών της προϋποθέσεων και τον συνακόλουθο "μαρασμό" της). Αυτή είναι η γνώμη μου, τουλάχιστον, διότι άλλοι αρνούνται και να χρησιμοποιήσουν τον όρο αυτόν (αν και εν προκειμένω δεν έχει σημασία, θα μπορούσε να αντικατασταθεί από το ονοματικό σύνολο "Επαναστατικό Κόμμα των Εργατών" ή ό,τι παρεμφερές, αρκεί να έχει μια κάποια αναφορά στον Μαρξ και την υπόθεση της κοινωνικής χειραφέτησης).

    Ο Ιωακείμογλου αυτή την πλευρά της ταξικής μεροληψίας αναδεικνύει, κι ως εκ τούτου θεωρώ απαραίτητες -αν και αναγκαστικά, από ένα σημείο και μετά, ανεπαρκείς ή μονομερείς- τις αναλύσεις αυτές. Για τις προσεγγίσεις περί ανταγωνιστικότητας ή έλλειψής της δεν έχω ολοκληρωμένη άποψη - θα τις έβλεπα ωστόσο με την αναμενόμενη καχυποψία της παράβλεψης της πορώδους επιφάνειας μεταξύ οικονομικού και πολιτικού. Η επιστημονική αρτιότητα και η τεχνοκρατική επάρκεια είναι σπάνιες και πολύτιμες αρετές, αλλά αφεαυτών δεν πιάνουν απαραίτητα τα "σωστά" (ή τα λιγότερο λάθος) ψάρια, όπως άλλωστε επισημαίνεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή