Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Fichte: πώς κουβεντιάζεται το παρόν μας;

Johann Gottlieb Fichte
1762–1814

Το ένοχο παρόν της αμαρτωλότητας

§1

Ι. Ο Γιόχαν Γκότλιπ Φίχτε ανήκει στους πιο σημαντικούς εκπροσώπους του επονομαζόμενου Γερμανικού Ιδεαλισμού. Τι είναι ο Γερμανικός Ιδεαλισμός; Είναι ένα φιλοσοφικό κίνημα που συνέβαλε τα μέγιστα στη συγκρότηση της αυτοσυνείδητης υποκειμενικότητας της νεωτερικής εποχής. Ανάγει τα φιλοσοφικά του θεμέλια στον Καντ και περιλαμβάνει στους κόλπους του, μαζί με τον Φίχτε, τον Σέλλινγκ (Schelling) και τον Χέγκελ (Hegel). Καθένας απ΄ αυτούς τους φιλοσόφους είναι ένας Ολύμπιος Δίας, με καθοριστικές επιδράσεις στην μετέπειτα εξέλιξη της φιλοσοφίας, πρωτίστως δε των Ευρωπαϊκών φιλοσοφικών κινημάτων.

ΙΙ. Ο Φίχτε, εκκινώντας από την Καντιανή κριτική του Λόγου, αναπτύσσει μια υπερβατολογική μεταφυσική, που έχει ως κεντρική φιλοσοφική βάση την επιστήμη της γνώσεως, την επονομαζόμενη επιστημολογία (Wissenschaftslehre) . Η τελευταία τούτη νοείται ως η ενότητα της πρακτικής και της θεωρητικής φιλοσοφίας. Η απόλυτη αρχή που παράγει κάθε κατηγορία γνώσης είναι το Εγώ. Το τελευταίο, στις διάφορες συνδηλώσεις του μέσα στη Φιχτεανή φιλοσοφία, συγκροτεί την ενεργό αυτοσυνειδησία, την απόλυτη υποκειμενικότηταˑ απόλυτη κατά το ότι παράγει όλα τα περιεχόμενα του σύμπαντος κόσμου, καθότι είναι ταυτισμένη με το θεό: Ολότητα υποκειμένου-αντικειμένου.

ΙΙΙ. Κατ’ αυτό το πνεύμα,  το Φιχτεανό Εγώ δεν είναι ένα αρρωστημένο, ματαιωμένο, εγωιστικό Εγώ, ανυπόληπτο καθεαυτό και διεαυτό, σαν αυτό ας πούμε των λογής πολιτικάντηδων της  τρέχουσας πολιτικής σκηνής που δεν «έχουν το θεό τους». Απεναντίας ενδημεί μέσα στον κόσμο και συνδέεται άρρηκτα με το αντι-κείμενο, με το μη-Εγώˑ το τελευταίο δεν το εκμηδενίζει, αλλά με σκέψη και δράση το καθιστά Ένα με τον εαυτό του, το ανεβάζει στο επίπεδο του Εαυτού.   


§2

Ι. Στο πεδίο της φιλοσοφικής θεώρησης της Ιστορίας, συλλαμβάνει την τελευταία ως διαδικασία ή διεργασία πολιτισμικής εξέλιξης. Όπως ο ίδιος αναφέρει στο έργο του: Die Grundzüge des gegenwärtigen Zeitalters (Τα βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης εποχής), ο σκοπός της επίγειας ζωής της ανθρωπότητας έγκειται σε τούτο: η τελευταία διευθετεί όλες τις σχέσεις αυτής της ζωής της με ελευθερία και με οδηγό προς αυτή την ελευθερία το Λόγο. Τούτο σημαίνει ότι το ανθρώπινο γένος μπορεί να ευτυχήσει μόνο με την ελεύθερη κυριαρχία του Λόγου, υπό το νόημα της απόλυτης ενότητάς του με την ελευθερία.

 ΙΙ. Με βάση λοιπόν αυτή την αρχή, ο Φίχτε προχωρεί στον φιλοσοφικό καταμερισμό της ιστορίας σε πέντε εποχές. Υπό την οπτική Λόγου και Ελευθερίας, η πρώτη εποχή είναι εκείνη της ενστικτώδους κυριαρχίας του Λόγου, χωρίς ανεπτυγμένη αυτοσυνείδηση και ελευθερία. Πρόκειται για την κατάσταση της αθωότητας του ανθρώπινου γένους, κατά το πρότυπο του μύθου του παραδείσου. Η δεύτερη είναι η εποχή της αυθεντίας των θεωρητικών δογμάτων, που απαλλοτριώνουν το ένστικτο του Λόγου, καθώς αδυνατούν να πείσουν τους ανθρώπους και  ζητούν απ’ αυτούς τυφλή πίστη και υπακοήˑ εδώ έχουμε την κατάσταση της αρχόμενης αμαρτίας.

ΙΙΙ. Η τρίτη χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι η ελευθερία βρίσκεται στην αρχική της φάση, τη μη-αυτοσυνείδητη, και στρέφεται ενάντια στην ως άνω κυριαρχία του Λόγου και τα προστάγματά του. Από τη μια χειραφετείται από τον εξαναγκασμό του δογματισμού, αλλά από την άλλη επαναστατεί κυριολεκτικά ενάντια στον ίδιο το Λόγο, μην έχοντας ακόμη φτάσει στην επίγνωση πως ο Λόγος, ενάντια στον οποίο ξεσηκώνεται, και η ίδια συνθέτουν μια ενότητα ή ταυτότηταˑ κάτι δηλαδή που αντιστοιχεί στις επόμενες εποχές. Κατ’ αυτήν την εποχή κυριαρχεί απόλυτη αδιαφορία απέναντι στην αλήθεια και ολική ακολασία. Πρόκειται για την κατάσταση της ολοκληρωμένης αμαρτωλότητας (Zeitalter der vollendeten  Sündhaftigkeit).

ΙV. Ο Fichte έχει κατά νου το Διαφωτισμό με τούτη την εποχή. Ο Διαφωτισμός προσέφερε, από τη μια μεριά, υπηρεσίες, καθώς απαξίωσε οποιαδήποτε εξωτερική αυθεντία, αλλά δεν απέτρεψε την επικράτηση ενός μονοδιάστατου, δεσποτικού Εγώ, με κινητήρια δύναμή του τον εγωισμό και την αυθαιρεσία. Κατά την τέταρτη εποχή αρχίζει να αναδύεται ο αυτοσυνείδητος Λόγος και η επιστήμη του, ενώ κατά την πέμπτη συντελείται η απόλυτη ταύτιση Λόγου και Ελευθερίας, η απόλυτη δικαίωση.  

V. Και το γνωσι-οντο-λογικό ερώτημα που τίθεται τώρα είναι: σε ποια εποχή κατατάσσεται το παρόν Ελλαδικό βασίλειο της πολιτικής ψευτιάς, της αχαλίνωτης δημαγωγίας  και ωμής δολοπλοκίας, μαζί με την πλήρη εξαχρείωση των συνειδήσεων, τη συνένοχη αδιαφορία και την απέραντη ακολασία; Προφανώς στην τρίτη, πλην όμως χωρίς κάποια θαμπή έστω προσδοκία μετάβασης στην τέταρτη και πέμπτη εποχή, αφού η απόλυτη ανορθολογικότητα των αντιαισθητικών μετριοτήτων του πολιτικού στερεώματος, με παιδεία επιπέδου αφισοκολλητών ή μελών επαρχιακού Δημοτικού Συμβουλίου, έχει εξορίσει τη στοιχειώδη ελευθερία του Λόγου, που μόνο αυτή/αυτός μπορεί να ξεθεμελιώσει την πρωτοκαθεδρία της βαρβαρότητας.


Πηγή Hegel-Platon

Το στραβόξυλο απ’ το οποίο ο άνθρωπος είναι καμωμένος


του Keunermann


Το σαθρό υλικό του ανθρώπου αποτελεί μια συλλογή δοκιμίων του Isaiah Berlin [1909-1997], δημοσιευμένα ή γραμμένα μεταξύ των ετών 1960-1990. Ο τίτλος είναι παρμένος από μια αποστροφή του Immanuel Kant [1724-1804], διαθλασμένη από την απόδοσή της από τον Robin George Collingwood [1889-1943]: «Από το στραβόξυλο της ανθρώπινης φύσης τίποτε ίσιο δεν κατασκευάστηκε ποτέ». Την επανέκδοσή του από τις εκδόσεις «Κριτική», σε μετάφραση Γιώργου Μερτίκα και επιμέλεια Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, προλογίζει ο Νικόλας Σεβαστάκης, καθηγητής στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ με διακριτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα και τη βιόσφαιρα μιας ορισμένης Αριστεράς.

Ο συγγραφέας υιοθετεί μια μετριοπαθή προσέγγιση, έναν φιλελεύθερο αντιουτοπισμό που καταφάσκει την πολυαρχία και την περατότητα ως αναμφισβήτητους όρους της ανθρώπινης συνθήκης. Έτσι, ο αρνητικός ορισμός της ελευθερίας ως αυτοπεριοριζόμενης από ένα πυκνό δίκτυο αλληλεξαρτήσεων, οι συμβιβασμοί, οι αμοιβαίες υποχωρήσεις και οι πρακτικές, ελεγχόμενες αλλαγές αποκτούν πρωτοκαθεδρία έναντι των μεγάλων σχεδίων για τον μετασχηματισμό του κόσμου, της κοινωνίας και της ανθρωπότητας στο σύνολό τους, με το μεταφυσικό φορτίο -και τις σωτηριολογικές, μεσσιανικές ή εσχατολογικές συνδηλώσεις του- να κρίνεται ανεπιθύμητο, δυσβάσταχτο ή ολέθριο. Δεδομένου ότι υπάρχει πληθώρα εξίσου ορθολογικών αλλά συγκρουόμενων κι ενδεχομένως ασύμβατων μεταξύ τους αξιών, σκοπών και κοσμο/βιοθεωριών, αλλά και του ατελούς χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης, που καθιστά απαγορευτική την πλήρη γνώση, την πρόβλεψη και άρα τον έλεγχο των συνεπειών των πράξεων των δρώντων, η αποφυγή του χειρότερου κακού -δηλαδή η ελαχιστοποίηση του ρίσκου που μπορεί να οδηγήσει σε μια αρνητική έκβαση, στην καταστροφή, τη φρίκη ή τη βαρβαρότητα της αλληλοεξόντωσης της ανθρωπότητας- αποκτά κεντρική θέση. 



Οι πυλώνες της κυρίαρχης παράδοσης της δυτικής σκέψης είναι τρεις, μας λέει ο Berlin: α) η παραδοχή ότι κάθε αυθεντικό ερώτημα επιδέχεται μιας μόνον ορθής και αληθούς απάντησης, β) η παραδοχή ότι η μέθοδος προσέγγισής της υπάρχει, ότι είναι δηλαδή κατ’ αρχήν προσπελάσιμη στις προσπάθειες των ανθρώπων και γ) ότι όλες οι επιμέρους τέτοιες αλήθειες είναι συμβατές μεταξύ τους σε ένα συνεκτικό, αρμονικό όλον (σσ. 66-67, 332). Ο Berlin αμφισβητεί αυτή τη δέσμη πεποιθήσεων, εμπνεόμενος από την εισήγηση της πολιτισμικής πολυαρχίας στο έργο Νέα Επιστήμη του Giambattista Vico [1668-1744]. Ο Ιταλός φιλόσοφος υποστήριζε ότι κάθε πολιτισμός είχε τις δικές του αξίες, σκοπούς, κριτήρια τα οποία ενδέχεται να είναι ασύμβατα με εκείνα ενός ευρισκόμενου σε χωροχρονική απόσταση. Το γεγονός ότι όλοι οι πολιτισμοί και οι κοινωνίες δημιουργήθηκαν από ανθρώπους, επιτρέπει την οικοδόμηση γεφυρών προς το παρελθόν μέσω της φαντασιακής ενόρασης, δηλαδή της επινοητικής συμπάθειας και ιστορικής ενσυναίσθησης. Εντούτοις, η σύγκριση και αξιολόγηση είναι ένα βήμα που δεν είναι επιτρεπτό. Η θέση περί της καταστατικής ισότητας ή ανισότητας των επιμέρους μορφών είναι αβάσιμη, καθότι παραβλέπει το απλό γεγονός της διαφορετικότητάς τους. Πρόκειται για μία θέση περί της ασυμμετρίας των παραδειγμάτων, δηλαδή περί της απουσίας μιας κοινής ζυγαριάς ή μέτρου για όλα εξ αυτών – θέση που δεν οδηγεί απαραιτήτως σε κάποια μορφή σχετικισμού (ή εθνικισμού), μολονότι δεν είναι επί της αρχής ριζικά διαχωρισμένη από αυτόν. Τόσο για τον Vico όσο και για τον Johann Gottfried von Herder [1744-1803], αυτό που έχει σημασία είναι ότι δεν μπορούμε να κρίνουμε εξωγενώς ένα σύστημα, αλλά είμαστε κατ’ αρχήν σε θέση, εάν καταβληθεί η απαιτούμενη εργασία, να «διεισδύσουμε» σε αυτό ούτως ώστε να επέλθει ενδογενώς η ορθολογική ανασυγκρότησή του, εάν βέβαια ως Λόγο εννοήσουμε μια οικουμενική ιδιότητα του ανθρωπίνου όντος που εκφράζεται ποικιλοτρόπως στα διαφορετικά κοινωνικά, ιστορικά, πολιτισμικά, γεωμορφολογικά, ψυχολογικά κλπ. συμφραζόμενα.

Τη μεγαλύτερη έκταση του βιβλίου καταλαμβάνει η μελέτη που εντοπίζει στον Joseph de Maistre [1753-1821] όχι έναν εκπρόσωπο μιας παρωχημένης εποχής κι έναν υπερασπιστή της αναστήλωσης της μεσαιωνικής θεοκρατίας, αλλά έναν προφήτη μιας εποχής που τότε αναδυόταν, έναν πρόδρομο του φασισμού και των ολοκληρωτισμών του αιώνα που πέρασε. «Το δόγμα για την ύπαρξη της βίας στην καρδιά των πραγμάτων, για την πίστη στη δύναμη σκοτεινών δυνάμεων, την εξύμνηση των δεσμών ως μοναδική λύση για να χαλιναγωγηθούν τα αυτοκαταστροφικά ένστικτα του ανθρώπου, αλλά και τη χρήση τους για τη σωτηρία του, το δόγμα για την προσφυγή στην τυφλή πίστη ενάντια στο Λόγο, για την πεποίθηση πως μόνο ό,τι είναι μυστηριώδες θα επιβιώσει, πως η εξήγηση είναι πάντα προσπάθεια δικαιολόγησης, το δόγμα περί αίματος και αυτοθυσίας, τις ιδέες του για την εθνική ψυχή και τα ρεύματα που καταλήγουν σε μια απέραντη θάλασσα, για τον παραλογισμό του φιλελεύθερου ατομικισμού και πρωτίστως για την ανατρεπτική επήρεια των ανεξέλεγκτων κριτικών διανοουμένων, ασφαλώς όλα αυτά τα έχουμε ξανακούσει έκτοτε. Στην πράξη, αν όχι στη θεωρία, το βαθύτατα απαισιόδοξο όραμα του Maistre (κατά διαστήματα με ολοφάνερα ψευδοεπιστημονική μεταμφίεση) αποτελεί την καρδιά των ολοκληρωτισμών, τόσο δεξιών όσο και αριστερών, του τρομερού αιώνα μας» (σ. 214). Ο Maistre υπήρξε ένας διεισδυτικός προφήτης και σκοτεινός οραματιστής, ένας αντι-Βολταίρος με «χιόνι στην κεφαλή και φωτιά στη γλώσσα», όπως τον περιέγραψε ένας σχολιαστής (θυμίζοντας το νιτσεϊκό χωρίο από το Τάδε έφη Ζαρατούστρα: «θερμή καρδιά και ψυχρό κεφάλι – όταν τα δύο αυτά πράγματα ενωθούν μαζί, τότε ο βρυχώμενος αέρας τινάζεται προς τα πάνω, ο Λυτρωτής»). Κοινό στοιχείο με τους Vico και Herder, ο ιστορικισμός: η ιστορία αποτελεί το πεδίο εκδίπλωσης του θεϊκού σχεδίου μέσω ασύνειδων, ασύλληπτων, παράλογων δυνάμεων, των οποίων το θεμέλιο χάνεται στα βάθη του χρόνου, και οι απόπειρες των ανθρώπων* να τις εντοπίσουν, να τις ανασυγκροτήσουν, να τις ελέγξουν ή να τις μεταβάλλουν είναι καταδικασμένες να πέσουν στο κενό προκαλώντας γέλιο, εκτός κι αν αποτελούν παροδικούς πράκτορες για την προώθηση του σχεδίου. Η επιχειρηματολογία είναι κυκλική. Η εξουσία, η υπακοή, η υποταγή, η οδύνη, η αυτοθυσία είναι αυτοσκοποί. Όλοι πρέπει να υποτάσσονται στους ηγεμόνες και οι ηγεμόνες στον Πάπα που είναι ελέω Θεού – κι αν ακόμη κυριαρχήσουν οι επαναστάτες, πρέπει να υποταχθεί κανείς σ’ αυτούς γιατί είναι οι νικητές και δε θα ήταν εάν αυτό δε συμβάδιζε με το σχέδιο. Ως αντιδραστικός εγελιανός που έφτασε μια γενιά νωρίτερα, θα μπορούσε να προσυπογράψει τη διαπίστωση «ό,τι είναι θεϊκό είναι πραγματικό κι ό,τι είναι πραγματικό είναι θεϊκό».



Ο Berlin τάσσεται αναφανδόν υπέρ του οντολογικού πλουραλισμού, αφού «ελάχιστα πράγματα έπαιξαν πιο μοιραίο ρόλο στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης και πράξης απ’ ό,τι οι σπουδαίες φαντασιακές αναγωγές από τη μια σφαίρα, όπου κάποια ιδιαίτερη αρχή ίσως είναι προσήκουσα και έγκυρη, σε άλλες σφαίρες, όπου η επήρειά της ίσως είναι συναρπαστική και καθοριστική, όμως οι συνέπειές της είναι παραπλανητικές στη θεωρία και καταστροφικές στην πράξη» (σ. 315). Η πλούσια κοίτη του ρομαντισμού ανανέωσε τον δυτικό πολιτισμό, αποτελώντας την πρώτη μεγάλη και διαρκώς επιστρέφουσα εξέγερση και το πρώτο πρόγραμμα κριτικής απέναντι στον διαφωτιστικό ορθολογισμό, τροφοδότησε ποικιλοτρόπως το πλαίσιο αξιών και ενέπνευσε τα πλέον ριζοσπαστικά, μεγαλόπνοα και σκοτεινά πολιτικά προτάγματα του εικοστού αιώνα. Η κληρονομιά του είναι αμφίσημη, γόνιμη και συνάμα επικίνδυνη όπως η φωτιά, γι’ αυτό και στο μείγμα εμπλουτισμένου ανθρωπισμού το οποίο υπερασπίζεται ο συγγραφέας, η πλάστιγγα γέρνει υπέρ του ορθού λόγου, του ήπιου οικουμενισμού, της μετριοπάθειας των συναινέσεων και της καχυποψίας απέναντι στις μεγαλόστομες διακηρύξεις και τα μεγαλόπνοα σχέδια μεταβολής του κόσμου. Είναι εντυπωσιακή η συνοχή της σκέψης του σε κείμενα που κατανέμονται εντός ενός τόσο ευρέος χρονικού διαστήματος (1959-1988), η σταθερότητα των επιχειρημάτων και των εγνοιών, η επιστροφή των ίδιων θεμάτων και η -αναπόφευκτη- επανάληψη και αλληλεπικάλυψη θέσεων. Οι τρεις άξονες του στοχασμού του, όπως τους σκιαγραφεί ο Σεβαστάκης, είναι οι εξής: «ανάδειξη της απαραμείωτης σημασίας που έχει ο πλουραλισμός των αξιών για τη νεωτερική ζωή, σκεπτικισμός απέναντι σε κάθε απόπειρα για απολυτοποίηση κοσμικών κοινωνικοπολιτικών σχεδίων, υπερτίμηση των αρνητικών έναντι των λεγόμενων θετικών ελευθεριών» (σ. 13).

Η αλλαγή υποδείγματος έλαβε χώρα στα τέλη του 18ου και τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, με στρατηγείο τη νεαρή, φοιτητιώσα διανόηση των γερμανικών πανεπιστημίων. «Τα πρώιμα έργα και μυθιστορήματα του γερμανικού ρομαντισμού εμψυχώνονται από την προσπάθεια να αποδειχθεί ότι η έννοια κάποιας σταθερής, κατανοητής δομής της πραγματικότητας, την οποία γαλήνιοι παρατηρητές περιγράφουν, ταξινομούν, ανατέμνουν, προβλέπουν, αποτελεί επίφαση και αυταπάτη, παραπέτασμα εμφανειών προοριζόμενο να προστατεύει όλους όσοι δεν είναι αισθαντικοί ή αρκετά θαρραλέοι ώστε να αντιμετωπίσουν την αλήθεια του τρομακτικού χάους που υφίσταται κάτω από την ψευδή τάξη της αστικής ύπαρξης» (σσ. 365-366). Ο ρομαντισμός εξεγείρεται απέναντι στα γαλλικά «φώτα», τις κοινωνικές νόρμες, την αστική ηθική, τις συμβάσεις, την υποκρισία, την αποξένωση, τη βλακεία και τον φιλισταϊσμό· οι εκπρόσωποί του στρέφονται στο ηρωικό άτομο, τον μοναχικό ήρωα ως έσχατη μονάδα και λίκνο απερίσταλτης δημιουργικής δραστηριότητας, με της οποίας το εσωτερικό νήμα οφείλει κανείς να επανασυνδεθεί. Αποφασιστική (απο-φασιστική, θα έλεγε παιγνιωδώς ένας διαφωτιστής κριτικός) βούληση που καθοδηγεί τη μορφοπαραγωγό δράση· ανεξάλειπτη, ακατάπαυστη, ατίθαση, αδάμαστη οργιαστική φαντασία· ειλικρίνεια προς εαυτόν, αυθεντικότητα, εντιμότητα, αριστοκρατισμός του πνεύματος, ειρωνεία, αγωνία, θλίψη, πόνος, οργή, μελαγχολία, αυτοθυσία, συντριβή – ιδού τα θεμέλια και τα αναγνωρίσιμα θέματα των ρομαντικών καλλιτεχνών και στοχαστών. Με τα λόγια ενός Göthe: «Γκρίζα είναι, φίλε, κάθε θεωρία – και πράσινο της ζωής το χρυσούν δέντρο». Η αισθητικοποίηση της ζωής σε όλες της τις εκφάνσεις (μεταξύ των οποίων η πολιτική, η παραβατική συμπεριφορά και η βία), η στροφή στο οργανικό παράδειγμα της βιολογίας, ο αισθητισμός, ο συμβολισμός, ο εξπρεσιονισμός, και ακόμη ο βιταλισμός, ο ντεσιζιονισμός, ο υπαρξισμός – τα πλέον ετερογενή και ενδιαφέροντα ρήγματα και ρεύματα στις τέχνες, τη φιλοσοφία και την εν γένει ιδεοκίνηση των χρόνων που θα ακολουθήσουν, δε θα σταματήσουν να διαλέγονται με και να εμπνέονται από αυτή την κοίτη, ο «θυελλώδης και ορμητικός» ρους της οποίας διασχίζει θορυβωδώς τους δύο αιώνες που ακολούθησαν.

-------------------------------
* Πρόκειται για αυτούς που ο Maistre ενέτασσε στη «σέχτα», κατηγορία αρκετά ευρύχωρη για να συμπεριλάβει όλους τους δυνητικά αποσταθεροποιητικούς παράγοντες: δημοσιογράφους, διανοούμενους, οραματιστές, μεταρρυθμιστές, ριζοσπάστες, άθεους, τεχνοκράτες, επιστήμονες, λογοτέχνες, εμπόρους, φιλοσόφους, προτεστάντες, των οποίων η δράση καλό θα ήταν να περιοριστεί, να αποκλεισθεί, να κατασταλεί ή φιμωθεί, εάν όχι να εξαλειφθεί προληπτικά προκειμένου να αποφευχθεί η εξάπλωση της πανούκλας.

Δείτε επίσης:




Πηγή artcore